Πρόσφατα διάβασα το πρώτο βιβλίο της ταλαντούχου ηθοποιού -και πλέον και συγγραφέως- Δάφνης Μανούσου με τίτλο "Απόψε θα χιονίσει, θα το δεις..." και έχω να παρατηρήσω πως εκτός του ότι είναι ένα πολύ τρυφερό και φρέσκο coming of age μυθιστόρημα, είναι και γεμάτο αναφορές σε διάφορες λιχουδιές.
Το μυθιστόρημα αφορά τις περιπέτειες της νεαρής Ίλιας στη Νέα Υόρκη όπου πηγαίνει για να σπουδάσει υποκριτική στα τέλη των 90s, αλλά και τη ζωή της στην Αθήνα μετά το τέλος των σπουδών της, τις ερωτικές της σχέσεις και τα πρώτα επαγγελματικά της βήματα. Συχνά-πυκνά μου έτρεξαν τα σάλια καθώς θυμόμουν κι εγώ με νοσταλγία (για γαστρονομικούς και όχι μόνο λόγους) τα δικά μου ταξίδια στο Μεγάλο Μήλο, αφού το βιβλίο είναι γεμάτο τερψιλαρρύγειους τίτλους όπως "Pancakes, bagels and a lot of Hudson river", γεύματα σε γραφικές τρατορίες του Village -όπου συχνάζουν celebrities σαν τον Ethan Hawke και την Uma Thurman- και αναφορές σε αγαπημένα αμερικάνικα σνακς όπως bagels με σταφίδες, muffins από το περίφημο Angelica και σοκολατοκαφέδες από το Chocolate Factory... Για cupcakes και donuts δεν είδα βέβαια να γίνεται λόγος πουθενά, αλλά η συγγραφέας με διαβεβαίωσε ότι καταναλώθηκαν άφθονα στη διάρκεια της παραμονής της στις ΗΠΑ!
Θα σταθώ σε ένα απόσπασμα από την αρχή του βιβλίου, παρμένο από το κεφάλαιο με τίτλο "Φιλί από μπίρα και mentos". Eίναι μια τρυφερή περιγραφή της πρώτης φοράς που η ηρωίδα ερωτεύεται με ανταπόκριση έναν ξανθό Σουηδό στις διακοπές της στο Λονδίνο:
Καθώς ανέβαινα με τις κυλιόμενες σκάλες, τον είδα που στεκόταν στη μέση της κεντρικής αίθουσας, ξανθός, μ' εκείνο το ξεφτισμένο μπλε παλτό του, που ήταν λες κι είχε φτιαχτεί γι' αυτόν. Εκείνη την ώρα που τον είδα, ξέχασα τα πάντα, ότι είχαμε μπροστά μας μόνο ένα βράδυ, ότι καλά-καλά δεν τον ήξερα, ότι, ότι... Με πλησίασε και με φίλησε στο στόμα, "Φιλί με γεύση από μπίρα", σκέφτηκα, -εντάξει, ήμουν τελείως άβγαλτη, αλλά από τότε συμβαίνει το εξής περίεργο, έτσι και με φιλήσει άντρας στο στόμα έχοντας προηγουμένως πιει μπίρα, ασυναίσθητα θυμάμαι τον Ματίας.
Το Λονδίνο ήταν φωτισμένο χριστουγεννιάτικα, πήγαμε για μπίρες και όχι για ψώνια, και μετά στο σπίτι του, που το μοιραζόταν με συγκάτοικους. Μπίρες με γεύση φραγκοστάφυλου, αυτό πίναμε. Και μου φαινόταν η πιο τέλεια μπίρα του κόσμου! Όταν φτάσαμε στο σπίτι του, στο Στόουκ Νιούινγκτον, πέθαινα της πείνας. Θυμάμαι πως με πήρε αγκαλιά και μου είπε:
"Για να δούμε τι θα σε ταΐσουμε τώρα;" Σουρεάλ. Μου εμφάνισε κάτι κρητικά παξιμάδια που είχε φέρει ο συγκάτοικός του, ο Άντονι, από τις διακοπές του στην Κρήτη.
Καθώς μασουλούσα ένα παξιμάδι, τον άκουγα να μου λέει, ενώ με είχε στα πόδια του, ότι θα έρχεται τουλάχιστον μία φορά το μήνα στη Νέα Υόρκη. Μου είχε κοπεί η ανάσα, δεν ήξερα τι να πω!
"Δεν είναι και τόσο ακριβά τα εισιτήρια πια!"
"Θα το κάνεις;"
"Φυσικά και θα το κάνω! Αφού θέλω να είμαι συνέχεια μαζί σου, χαζό! Γιατί δεν μετακομίζεις εδώ; Τόσες καλές σχολές υπάρχουν στο Λονδίνο!"
[...]
Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι του κι αρχίσαμε να φιλιόμαστε, φιλιόμασταν για πάντα. Και ενώ δεν κάναμε τίποτα άλλο πέρα από χάδια και φιλιά, εγώ νόμιζα πως ανακάλυψα την Αμερική. Κάποια στιγμή μας πήρε ο ύπνος και ξυπνήσαμε με το πρώτο φως που μπήκε στο δωμάτιο. Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Ματίας ήταν να ανοίξει ένα πακέτο καραμέλες mentos που είχε αγοράσει το προηγούμενο βράδυ, στο δρόμο για το σπίτι. Έβαλε μία στο στόμα του και μού 'δωσε κι εμένα μία.
"Για να έχουμε ωραία γεύση", μου είπε και αρχίσαμε πάλι να φιλιόμαστε για πάντα. Είχαμε κάτι σαν άγχος και οι δύο, ξέραμε ότι ο χρόνος περνάει, ο χρόνος τελειώνει, σε λίγες ώρες θα έπαιρνα το τρένο για το Εδιμβούργο και ότι μπορεί να μην ξανασυναντιόμασταν.
Υ.Γ. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Anubis.
Το μυθιστόρημα αφορά τις περιπέτειες της νεαρής Ίλιας στη Νέα Υόρκη όπου πηγαίνει για να σπουδάσει υποκριτική στα τέλη των 90s, αλλά και τη ζωή της στην Αθήνα μετά το τέλος των σπουδών της, τις ερωτικές της σχέσεις και τα πρώτα επαγγελματικά της βήματα. Συχνά-πυκνά μου έτρεξαν τα σάλια καθώς θυμόμουν κι εγώ με νοσταλγία (για γαστρονομικούς και όχι μόνο λόγους) τα δικά μου ταξίδια στο Μεγάλο Μήλο, αφού το βιβλίο είναι γεμάτο τερψιλαρρύγειους τίτλους όπως "Pancakes, bagels and a lot of Hudson river", γεύματα σε γραφικές τρατορίες του Village -όπου συχνάζουν celebrities σαν τον Ethan Hawke και την Uma Thurman- και αναφορές σε αγαπημένα αμερικάνικα σνακς όπως bagels με σταφίδες, muffins από το περίφημο Angelica και σοκολατοκαφέδες από το Chocolate Factory... Για cupcakes και donuts δεν είδα βέβαια να γίνεται λόγος πουθενά, αλλά η συγγραφέας με διαβεβαίωσε ότι καταναλώθηκαν άφθονα στη διάρκεια της παραμονής της στις ΗΠΑ!
Θα σταθώ σε ένα απόσπασμα από την αρχή του βιβλίου, παρμένο από το κεφάλαιο με τίτλο "Φιλί από μπίρα και mentos". Eίναι μια τρυφερή περιγραφή της πρώτης φοράς που η ηρωίδα ερωτεύεται με ανταπόκριση έναν ξανθό Σουηδό στις διακοπές της στο Λονδίνο:
Καθώς ανέβαινα με τις κυλιόμενες σκάλες, τον είδα που στεκόταν στη μέση της κεντρικής αίθουσας, ξανθός, μ' εκείνο το ξεφτισμένο μπλε παλτό του, που ήταν λες κι είχε φτιαχτεί γι' αυτόν. Εκείνη την ώρα που τον είδα, ξέχασα τα πάντα, ότι είχαμε μπροστά μας μόνο ένα βράδυ, ότι καλά-καλά δεν τον ήξερα, ότι, ότι... Με πλησίασε και με φίλησε στο στόμα, "Φιλί με γεύση από μπίρα", σκέφτηκα, -εντάξει, ήμουν τελείως άβγαλτη, αλλά από τότε συμβαίνει το εξής περίεργο, έτσι και με φιλήσει άντρας στο στόμα έχοντας προηγουμένως πιει μπίρα, ασυναίσθητα θυμάμαι τον Ματίας.
Το Λονδίνο ήταν φωτισμένο χριστουγεννιάτικα, πήγαμε για μπίρες και όχι για ψώνια, και μετά στο σπίτι του, που το μοιραζόταν με συγκάτοικους. Μπίρες με γεύση φραγκοστάφυλου, αυτό πίναμε. Και μου φαινόταν η πιο τέλεια μπίρα του κόσμου! Όταν φτάσαμε στο σπίτι του, στο Στόουκ Νιούινγκτον, πέθαινα της πείνας. Θυμάμαι πως με πήρε αγκαλιά και μου είπε:
"Για να δούμε τι θα σε ταΐσουμε τώρα;" Σουρεάλ. Μου εμφάνισε κάτι κρητικά παξιμάδια που είχε φέρει ο συγκάτοικός του, ο Άντονι, από τις διακοπές του στην Κρήτη.
Καθώς μασουλούσα ένα παξιμάδι, τον άκουγα να μου λέει, ενώ με είχε στα πόδια του, ότι θα έρχεται τουλάχιστον μία φορά το μήνα στη Νέα Υόρκη. Μου είχε κοπεί η ανάσα, δεν ήξερα τι να πω!
"Δεν είναι και τόσο ακριβά τα εισιτήρια πια!"
"Θα το κάνεις;"
"Φυσικά και θα το κάνω! Αφού θέλω να είμαι συνέχεια μαζί σου, χαζό! Γιατί δεν μετακομίζεις εδώ; Τόσες καλές σχολές υπάρχουν στο Λονδίνο!"
[...]
Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι του κι αρχίσαμε να φιλιόμαστε, φιλιόμασταν για πάντα. Και ενώ δεν κάναμε τίποτα άλλο πέρα από χάδια και φιλιά, εγώ νόμιζα πως ανακάλυψα την Αμερική. Κάποια στιγμή μας πήρε ο ύπνος και ξυπνήσαμε με το πρώτο φως που μπήκε στο δωμάτιο. Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Ματίας ήταν να ανοίξει ένα πακέτο καραμέλες mentos που είχε αγοράσει το προηγούμενο βράδυ, στο δρόμο για το σπίτι. Έβαλε μία στο στόμα του και μού 'δωσε κι εμένα μία.
"Για να έχουμε ωραία γεύση", μου είπε και αρχίσαμε πάλι να φιλιόμαστε για πάντα. Είχαμε κάτι σαν άγχος και οι δύο, ξέραμε ότι ο χρόνος περνάει, ο χρόνος τελειώνει, σε λίγες ώρες θα έπαιρνα το τρένο για το Εδιμβούργο και ότι μπορεί να μην ξανασυναντιόμασταν.
Υ.Γ. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Anubis.