Οι Beatles πολύ σωστά εδήλωσαν "The best things in life are free", αλλά όταν δεν μπορείς να έχεις κάτι δωρεάν, η αμέσως καλύτερη επιλογή είναι να μπορείς να απολαύσεις κάτι σε πολύ χαμηλότερη τιμή από την κανονική του. Κι όταν το "κάτι" είναι ένα γεύμα τεσσάρων πιάτων σε πολυτελές εστιατόριο με δώρο μία φιάλη κρασί, τα πράγματα γίνονται, φυσικά, ακόμα καλύτερα.
Κάπως έτσι θα το σκέφτηκε και ο Τσάνταλης όταν διοργάνωσε την προσφορά Wine Not, σε συνεργασία με διάφορα εστιατόρια της πόλης, από τα οποία εμείς διαλέξαμε το Εδωδή, διότι α) ήταν το μόνο από τη λίστα που δεν είχα επισκεφθεί και β) βραβεύεται με Χρυσούς Σκούφους και Gourmet επί πολλά συναπτά έτη.
H αφορμή ήταν το κρασί ΚΑΝΕΝΑΣ του Τσάνταλη, του οποίου ο τίλος είναι φυσικά εμπνευσμένος από τον πολυμήχανο Οδυσσέα (για κάποιο λόγο αυτός ο επιθετικός προσδιορισμός πάει πακέτο με το όνομα, και αυτομάτως μου έρχονται flashback της φιλόλογου στην Α' Γυμνασίου να μας ζητά να "χαρακτηρίσουμε" τον Οδυσσέα της Ραψωδίας Ζ μέσα σε 15 σειρές τετραδίου), και το οποίο πλαισίωσε ένα δείπνο σχεδιασμένο από τον σεφ της Εδωδής, Μιχάλη Λυτρίβη. Το συγκεκριμένο κρασί έχει λάβει διακρίσεις σε διεθνείς διαγωνισμούς το 2010 και έχει αξιολογηθεί ως Best Buy Proposal (90 points) από το Wine & Spirits Magazine για το 2009.
Η Εδωδή (η λέξη σημαίνει "τροφή" στα αρχαία Ελληνικά) βρίσκεται στο Κουκάκι, σε ένα νεοκλασικό το οποίο μπορεί να μη σου γεμίζει το μάτι απέξω, αλλά το εσωτερικό του είναι πραγματικά πανέμορφο. Εντωμεταξύ, για να μπεις, πρέπει να χτυπήσεις το κουδούνι, κι εμένα κάτι τέτοια πολύ μ' αρέσουν, γιατί έχουν μια αίσθηση συνωμοσίας που με διασκεδάζει! Το περιβάλλον είναι ιδιαίτερα προσεγμένο κάτι που είναι εμφανές ήδη από τη φινετσάτη σάλα υποδοχής στο ισόγειο. Ανεβαίνοντας την ξύλινη σκάλα, μπορείς να χαζέψεις και τα διάφορα βραβεία με τα οποία έχει τιμηθεί κατά καιρούς το εστιατόριο. Ο χώρος του εστιατορίου διατηρεί την παλιά διαρρύθμιση του κτηρίου ως σπιτιού και είναι χωρισμένος σε δωμάτια. Το πάτωμα είναι ξύλινο και σε κάθε γωνιά υπάρχουν παλιά έπιπλα από σκούρο ξύλο -σερβάντες και κομότες- διακοσμημένα με λευκά κεντήματα, ενώ τους τοίχους κοσμούν διάφροι πίνακες, καθώς και ένας μεγάλος καθρέφτης με χρυσή κορνίζα, έτσι ώστε ο χώρος συνολικά να αποπνέει μια αίσθηση παλιού αστικού αθηναϊκού σπιτιού. Από την άλλη, το Εδωδή έχει και μια νότα τεατράλε, με έναν μεγάλο πίνακα του Εγγονόπουλου με πιερότους, διάφορες μαριονέτες κρεμασμένες στους τοίχους, αλλά και μια λατέρνα-κουτάκι που την κουρδίζουν και την ακουμπούν στο τραπέζι σου στο τέλος του δείπνου. Μας έβαλαν να καθίσουμε σε μια ροτόντα (εντωμεταξύ, για κάποιο λόγο τρελαίνομαι για στρογγυλά τραπέζια, τα βρίσκω πολύ πιο συντροφικά όταν η παρέα είναι από τρία άτομα και πάνω) και αρχίσαμε να μελετάμε το μενού, το οποίο ήταν μεν fix, αλλά όσο να 'ναι θέλεις να είσαι και προετοιμασμένος για να κάνεις και compartmentalization στο στομάχι πριν ξεκινήσεις. Να ξέρεις δηλαδή, πόσο χώρο να προβλέψεις για το κάθε πιάτο ανάλογα με τα γούστα σου, n' est-ce pas? Μας χαροποίησε ιδιαίτερα η ανακάλυψη ότι, ως συντροφιά των τριών ατόμων, δικαιούμασταν δύο φιάλες κρασιού με το δείπνο μας, πράγμα που μας ήρθε κουτί, διότι έτσι ζητήσαμε μια λευκό και μία κόκκινο για να το συνοδεύσουμε με τα ανάλογα πιάτα.
Ξεκινήσαμε με τα amuse bouche: μια teeny tiny κροκέτα μελιτζάνας με λίγη φέτα και μια κουταλιά μους γαρίδας με καρύδα. Στο μεταξύ, ήρθε και το λευκό κρασί μας, που περιέχει μοσχάτο Αλεξανδρείας και Chardonnay, το οποίο είναι αρκετά φρουτώδες κι έχει ήπια γεύση. Συνεχίσαμε με δύο ντιπ -ένα με μελιτζάνα με σκόρδο και ένα με πράσινη ελιά, καθώς και λίγο βούτυρο, που απολαύσαμε με το πανεράκι με ζεστά λευκά και μαύρα ψωμάκια.
Το πρώτο μας πιάτο ήταν μαριναρισμένα ρολά σολομού με κρέμα horseradish (αγριοράπανου), φινόκιο, άνιθο και σος σόγιας, το οποίο ψηφίστηκε ομόφωνα ως το καλύτερο πιάτο του μενού. Ήταν δροσιστικό και συνδύαζε τις αρετές ενός ορεκτικού και μιας σαλάτας ταυτόχρονα, ενώ η σος σόγιας του έδινε και μια αίσθηση sushi. Συνεχίσαμε με μια σούπα γλυκιάς κολοκύθας με κολοκυθόσπορους και αρωματικά βότανα, η οποία ήταν μεν νόστιμη, αλλά η υπερβολική ποσότητα κανέλας την έκανε λίγο να πικρίζει και κάλυπτε τη γεύση (αλλά και το άρωμα) της κολοκύθας, η οποία είναι αρκετά λεπτή. Στη φάση αυτή ζητήσαμε να μας σερβίρουν το κόκκινο κρασί. Ο ερυθρός ΚΑΝΕΝΑΣ, που περιέχει μαυρούδι και Syrah, μας άρεσε ως κρασί πολύ περισσότερο από το λευκό, για την πλούσια γεύση του και τη μακράς διαρκείας επίγευσή του.
Το κυρίως πιάτο, που ήταν φιλέτο μοσχαριού σε λεπτές φέτες γεμιστό με μους μανιταριών, σε φύλλο κρούστας με σος μαυροδάφνης, μας απογοήτευσε λίγο. Αν και η εκτέλεση ήταν πραγματικά άψογη, βρήκαμε τη συνταγή αυτή κάπως παρωχημένη. Ο δε Σ., όντας λάτρης των καθαρών γεύσεων, ήταν ανένδοτος: το φιλέτο πρέπει να τρώγεται σκέτο και το να το τυλίγεις με φύλλο και να του προσθέτεις και γέμιση είναι ιεροσυλία. Εγώ το συγκεκριμένο πιάτο το ευχαριστήθηκα μεν, αλλά νομίζω πως κι εγώ θα το προτιμούσα χωρίς το φύλλο κρούστας και με τη μους μανιταριών on the side.
Το επιδόρπιο -μους μαστίχας με κανταΐφι, αλεσμένο φυστίκι Αιγίνης και σος ιβίσκου- επίσης δεν μας απογείωσε και πάλι συμφωνήσαμε ομόφωνα πως ήταν το λιγότερο ενδιαφέρον πιάτο. Η μους δεν είχε την υφή που θα θέλαμε, ενώ η σος ιβίσκου θύμιζε ελαφρώς σιρόπι για το βήχα. Τα mignardises στο τέλος, όμως, μας παρηγόρησαν: μπισκοτάκι με τσάι, κύβος από ζελέ πορτοκάλι και το καλύτερο όλων, το ζελέ μέντας, που είναι ό,τι πρέπει για να καθαρίσει ο ουρανίσκος στο τέλος του γεύματος.
Τελικά, το μεγαλύτερο προτέρημα του Εδωδή είναι ο κομψός χώρος του. Η σπιτίσια αίσθηση σε κάνει να χαλαρώνεις τόσο που να μη θες να φύγεις -βοήθησαν, βέβαια, σ' αυτό και οι δύο φιάλες Τσάνταλη, δεν λέω! Πολύ καλή είναι επίσης και η περιποίηση και το προσωπικό ήταν ευγενέστατο. Μοναδικό παράπονο ήταν η ελλιπής ενημέρωση ως προς το συγκεκριμένο event: με το που τακτοποιήθηκαμε στο τραπέζι, μας ρώτησαν αν προτιμάμε λευκό ή κόκκινο κρασί. Κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι δικαιούμασταν δύο φιάλες και όχι μία έπρεπε να μας το πουν από μόνοι τους και όχι να αναγκαστούμε να το πληροφορηθούμε από τον κατάλογο και να τους ρωτάμε αν ισχύει. Τώρα εάν θα επισκεπτόμουν ξανά την Εδωδή, δεν ξέρω. Με τα 35 ευρώ που στοίχιζε το συγκεκριμένο μενού, έμεινα φυσικά ικανοποιημένη, αλλά τα 60-70 που στοιχίζει κανονικά να γευματίσεις στο συγκεκριμένο εστιατόριο, μου φαίνονται κάπως πολλά για την κουζίνα που μας σύστησαν, έστω και έτσι δειγματοληπτικά. Βέβαια, το ίδιο αυτό μενού μπορείτε να το παραγγείλετε με την τιμή των 35 ευρώ (χωρίς κρασί, όμως), καθημερινά τα απογεύματα, από τις 5:00 έως τις 8:00 μ.μ.. (Από την άλλη, αυτός ο περιορισμός είναι κάπως ενοχλητικός και εάν δεν είστε Άγγλος τουρίστας στην Αθήνα, είναι μάλλον δώρον άδωρον, γιατί στην Ελλάδα σχεδόν κανείς δεν δειπνεί τουλάχιστον πριν τις εννιά...)
Ετυμηγορία: Κομψότατο περιβάλλον και old fashioned γαστρονομία Κουζίνα: κλασική διεθνής με λίγες μοντέρνες πινελιές
Crowd: Comme il faut μεγαλοαστοί, ένα βήμα πριν ή ένα μετά τη συνταξιοδότηση.
Διεύθυνση: Βεΐκου 80, Κουκάκι
Τηλ: 210 92 13 013
Κάπως έτσι θα το σκέφτηκε και ο Τσάνταλης όταν διοργάνωσε την προσφορά Wine Not, σε συνεργασία με διάφορα εστιατόρια της πόλης, από τα οποία εμείς διαλέξαμε το Εδωδή, διότι α) ήταν το μόνο από τη λίστα που δεν είχα επισκεφθεί και β) βραβεύεται με Χρυσούς Σκούφους και Gourmet επί πολλά συναπτά έτη.
H αφορμή ήταν το κρασί ΚΑΝΕΝΑΣ του Τσάνταλη, του οποίου ο τίλος είναι φυσικά εμπνευσμένος από τον πολυμήχανο Οδυσσέα (για κάποιο λόγο αυτός ο επιθετικός προσδιορισμός πάει πακέτο με το όνομα, και αυτομάτως μου έρχονται flashback της φιλόλογου στην Α' Γυμνασίου να μας ζητά να "χαρακτηρίσουμε" τον Οδυσσέα της Ραψωδίας Ζ μέσα σε 15 σειρές τετραδίου), και το οποίο πλαισίωσε ένα δείπνο σχεδιασμένο από τον σεφ της Εδωδής, Μιχάλη Λυτρίβη. Το συγκεκριμένο κρασί έχει λάβει διακρίσεις σε διεθνείς διαγωνισμούς το 2010 και έχει αξιολογηθεί ως Best Buy Proposal (90 points) από το Wine & Spirits Magazine για το 2009.
Η Εδωδή (η λέξη σημαίνει "τροφή" στα αρχαία Ελληνικά) βρίσκεται στο Κουκάκι, σε ένα νεοκλασικό το οποίο μπορεί να μη σου γεμίζει το μάτι απέξω, αλλά το εσωτερικό του είναι πραγματικά πανέμορφο. Εντωμεταξύ, για να μπεις, πρέπει να χτυπήσεις το κουδούνι, κι εμένα κάτι τέτοια πολύ μ' αρέσουν, γιατί έχουν μια αίσθηση συνωμοσίας που με διασκεδάζει! Το περιβάλλον είναι ιδιαίτερα προσεγμένο κάτι που είναι εμφανές ήδη από τη φινετσάτη σάλα υποδοχής στο ισόγειο. Ανεβαίνοντας την ξύλινη σκάλα, μπορείς να χαζέψεις και τα διάφορα βραβεία με τα οποία έχει τιμηθεί κατά καιρούς το εστιατόριο. Ο χώρος του εστιατορίου διατηρεί την παλιά διαρρύθμιση του κτηρίου ως σπιτιού και είναι χωρισμένος σε δωμάτια. Το πάτωμα είναι ξύλινο και σε κάθε γωνιά υπάρχουν παλιά έπιπλα από σκούρο ξύλο -σερβάντες και κομότες- διακοσμημένα με λευκά κεντήματα, ενώ τους τοίχους κοσμούν διάφροι πίνακες, καθώς και ένας μεγάλος καθρέφτης με χρυσή κορνίζα, έτσι ώστε ο χώρος συνολικά να αποπνέει μια αίσθηση παλιού αστικού αθηναϊκού σπιτιού. Από την άλλη, το Εδωδή έχει και μια νότα τεατράλε, με έναν μεγάλο πίνακα του Εγγονόπουλου με πιερότους, διάφορες μαριονέτες κρεμασμένες στους τοίχους, αλλά και μια λατέρνα-κουτάκι που την κουρδίζουν και την ακουμπούν στο τραπέζι σου στο τέλος του δείπνου. Μας έβαλαν να καθίσουμε σε μια ροτόντα (εντωμεταξύ, για κάποιο λόγο τρελαίνομαι για στρογγυλά τραπέζια, τα βρίσκω πολύ πιο συντροφικά όταν η παρέα είναι από τρία άτομα και πάνω) και αρχίσαμε να μελετάμε το μενού, το οποίο ήταν μεν fix, αλλά όσο να 'ναι θέλεις να είσαι και προετοιμασμένος για να κάνεις και compartmentalization στο στομάχι πριν ξεκινήσεις. Να ξέρεις δηλαδή, πόσο χώρο να προβλέψεις για το κάθε πιάτο ανάλογα με τα γούστα σου, n' est-ce pas? Μας χαροποίησε ιδιαίτερα η ανακάλυψη ότι, ως συντροφιά των τριών ατόμων, δικαιούμασταν δύο φιάλες κρασιού με το δείπνο μας, πράγμα που μας ήρθε κουτί, διότι έτσι ζητήσαμε μια λευκό και μία κόκκινο για να το συνοδεύσουμε με τα ανάλογα πιάτα.
Ξεκινήσαμε με τα amuse bouche: μια teeny tiny κροκέτα μελιτζάνας με λίγη φέτα και μια κουταλιά μους γαρίδας με καρύδα. Στο μεταξύ, ήρθε και το λευκό κρασί μας, που περιέχει μοσχάτο Αλεξανδρείας και Chardonnay, το οποίο είναι αρκετά φρουτώδες κι έχει ήπια γεύση. Συνεχίσαμε με δύο ντιπ -ένα με μελιτζάνα με σκόρδο και ένα με πράσινη ελιά, καθώς και λίγο βούτυρο, που απολαύσαμε με το πανεράκι με ζεστά λευκά και μαύρα ψωμάκια.
Το πρώτο μας πιάτο ήταν μαριναρισμένα ρολά σολομού με κρέμα horseradish (αγριοράπανου), φινόκιο, άνιθο και σος σόγιας, το οποίο ψηφίστηκε ομόφωνα ως το καλύτερο πιάτο του μενού. Ήταν δροσιστικό και συνδύαζε τις αρετές ενός ορεκτικού και μιας σαλάτας ταυτόχρονα, ενώ η σος σόγιας του έδινε και μια αίσθηση sushi. Συνεχίσαμε με μια σούπα γλυκιάς κολοκύθας με κολοκυθόσπορους και αρωματικά βότανα, η οποία ήταν μεν νόστιμη, αλλά η υπερβολική ποσότητα κανέλας την έκανε λίγο να πικρίζει και κάλυπτε τη γεύση (αλλά και το άρωμα) της κολοκύθας, η οποία είναι αρκετά λεπτή. Στη φάση αυτή ζητήσαμε να μας σερβίρουν το κόκκινο κρασί. Ο ερυθρός ΚΑΝΕΝΑΣ, που περιέχει μαυρούδι και Syrah, μας άρεσε ως κρασί πολύ περισσότερο από το λευκό, για την πλούσια γεύση του και τη μακράς διαρκείας επίγευσή του.
Το κυρίως πιάτο, που ήταν φιλέτο μοσχαριού σε λεπτές φέτες γεμιστό με μους μανιταριών, σε φύλλο κρούστας με σος μαυροδάφνης, μας απογοήτευσε λίγο. Αν και η εκτέλεση ήταν πραγματικά άψογη, βρήκαμε τη συνταγή αυτή κάπως παρωχημένη. Ο δε Σ., όντας λάτρης των καθαρών γεύσεων, ήταν ανένδοτος: το φιλέτο πρέπει να τρώγεται σκέτο και το να το τυλίγεις με φύλλο και να του προσθέτεις και γέμιση είναι ιεροσυλία. Εγώ το συγκεκριμένο πιάτο το ευχαριστήθηκα μεν, αλλά νομίζω πως κι εγώ θα το προτιμούσα χωρίς το φύλλο κρούστας και με τη μους μανιταριών on the side.
Το επιδόρπιο -μους μαστίχας με κανταΐφι, αλεσμένο φυστίκι Αιγίνης και σος ιβίσκου- επίσης δεν μας απογείωσε και πάλι συμφωνήσαμε ομόφωνα πως ήταν το λιγότερο ενδιαφέρον πιάτο. Η μους δεν είχε την υφή που θα θέλαμε, ενώ η σος ιβίσκου θύμιζε ελαφρώς σιρόπι για το βήχα. Τα mignardises στο τέλος, όμως, μας παρηγόρησαν: μπισκοτάκι με τσάι, κύβος από ζελέ πορτοκάλι και το καλύτερο όλων, το ζελέ μέντας, που είναι ό,τι πρέπει για να καθαρίσει ο ουρανίσκος στο τέλος του γεύματος.
Τελικά, το μεγαλύτερο προτέρημα του Εδωδή είναι ο κομψός χώρος του. Η σπιτίσια αίσθηση σε κάνει να χαλαρώνεις τόσο που να μη θες να φύγεις -βοήθησαν, βέβαια, σ' αυτό και οι δύο φιάλες Τσάνταλη, δεν λέω! Πολύ καλή είναι επίσης και η περιποίηση και το προσωπικό ήταν ευγενέστατο. Μοναδικό παράπονο ήταν η ελλιπής ενημέρωση ως προς το συγκεκριμένο event: με το που τακτοποιήθηκαμε στο τραπέζι, μας ρώτησαν αν προτιμάμε λευκό ή κόκκινο κρασί. Κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι δικαιούμασταν δύο φιάλες και όχι μία έπρεπε να μας το πουν από μόνοι τους και όχι να αναγκαστούμε να το πληροφορηθούμε από τον κατάλογο και να τους ρωτάμε αν ισχύει. Τώρα εάν θα επισκεπτόμουν ξανά την Εδωδή, δεν ξέρω. Με τα 35 ευρώ που στοίχιζε το συγκεκριμένο μενού, έμεινα φυσικά ικανοποιημένη, αλλά τα 60-70 που στοιχίζει κανονικά να γευματίσεις στο συγκεκριμένο εστιατόριο, μου φαίνονται κάπως πολλά για την κουζίνα που μας σύστησαν, έστω και έτσι δειγματοληπτικά. Βέβαια, το ίδιο αυτό μενού μπορείτε να το παραγγείλετε με την τιμή των 35 ευρώ (χωρίς κρασί, όμως), καθημερινά τα απογεύματα, από τις 5:00 έως τις 8:00 μ.μ.. (Από την άλλη, αυτός ο περιορισμός είναι κάπως ενοχλητικός και εάν δεν είστε Άγγλος τουρίστας στην Αθήνα, είναι μάλλον δώρον άδωρον, γιατί στην Ελλάδα σχεδόν κανείς δεν δειπνεί τουλάχιστον πριν τις εννιά...)
Ετυμηγορία: Κομψότατο περιβάλλον και old fashioned γαστρονομία Κουζίνα: κλασική διεθνής με λίγες μοντέρνες πινελιές
Crowd: Comme il faut μεγαλοαστοί, ένα βήμα πριν ή ένα μετά τη συνταξιοδότηση.
Διεύθυνση: Βεΐκου 80, Κουκάκι
Τηλ: 210 92 13 013
Υ.Γ. Και για να λέμε ολοκληρωμένα πράγματα, αλλά και επειδή έχω καιρό να παραθέσω ένα λογοτεχνικό απόσπασμα σχετικό με γαστρονομία, ορίστε και οι στίχοι της Οδύσσειας από τη Ραψωδία Ι που αναφέρονται στο εν λόγω γλυκόπιοτο κρασί:
Κι εγώ τον Κύκλωπα σιμώνοντας κινούσα λόγια κι είπα,
καυκί κρατώντας μες στα χέρια μου, κρασί γεμάτο μαύρο:
"Κύκλωπα, εγεύτης σάρκα ανθρώπινη· για πιες κρασί από πάνω,
να μάθεις τι λογής φυλάγαμε πιοτό στο πλοίο μας μέσα.
Σπονδή για να σου κάμω το 'φερνα, μπορεί να με λυπόσουν
και στην πατρίδα μου να μ᾿ έστελνες᾿ μα εσύ ξεφρενιασμένος
πια δε βαστιέσαι. Πως αργότερα θα πει να σου 'ρθει κι άλλος
απ᾿ τους πολλούς ανθρώπους, άσπλαχνε, τέτοια ανομία που δείχνεις;
" Είπα, κι αυτός το δέχτη, το άδειασε και φράθηκε περίσσια,
τέτοιο κρασί να πιεί γλυκόπιοτο, και μου ζητούσε κι άλλο:
"Αν με αγαπάς, ακόμα δώσε μου, και πες μου τ᾿ ονομά σου,
μα τώρα ευτύς, και συ χαρούμενος το δώρο σου να πάρεις.
Πλούσια είναι η γη μας, και στους Κύκλωπες απ᾿ τις βροχές του Δία
δίνουν κρασί τα μεγαλόρωγα στ᾿ αμπέλια μας σταφύλια'
μα ένα κρασί σαν τούτο, αθάνατο, μόνο οι θεοί το πίνουν!"
Είπε, κι εγώ από το φλογόμαυρο κρασί ξανακερνούσα᾿
τρεις φορές του 'δωκα, τρεις το άδειασε κι ο ανέμυαλος ως κάτω.
Σαν είδα το κρασί στου Κύκλωπα τα φρένα να 'χει ανέβει,
γλυκομιλώντας του αποκρίθηκα κι αυτά του συντυχαίνω:
"Το ξακουστό γυρεύεις, Κύκλωπα, να μάθεις όνομα μου·
θα το 'χεις, μα και συ που 'ταξες να μου χαρίσεις δώρο!
Κανένας τ᾿ όνομά μου, κι όλοι τους Κανένα με φωνάζουν,
κι η μάνα μου μαθές κι ο κύρης μου κι οι επίλοιποι σύντροφοι.
" Είπα, κι εκείνος με ανελέημονη καρδιά μου απηλογήθη:
"Θ' αφήσω τον Κανένα ολόστερνο να φάω᾿ πιο πριν τους άλλους
θα φάω συντρόφους του· το δώρο μου για σένα ετούτο θα 'ναι!"
Αυτά είπε, κι έγειρε τ᾿ ανάσκελα, και βρέθη ξαπλωμένος
με το χοντρό του σβέρκο ανάζερβα, και βούλιαξε στον ύπνο
τον παντοδαμαστή᾿ κι ανάβλυζαν κρασί και βούκες σάρκες
ανθρωπινές απ᾿ το λαρύγγι του, και ξέρναε μεθυσμένος.
Y.Γ.2 Έλα όμως που κι οι Beatles καλά τα λέγανε...
The best things in life are free/ But you can keep 'em for the birds and bees/ Now gimme money (that's what I want)
Υ.Γ.3 Η φωτογραφία είναι από το site της Καθημερινής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου