Να πω την αλήθεια, στενοχωρήθηκα που έκλεισε το Barceloneta. Όχι ότι είχε συγκλονιστικό φαγητό, αλλά σέρβιρε συμπαθέστατα tapas σε έναν πανέμορφο χώρο, του οποίου το υπέρκομψο εσωτερικό ήταν εμπνευσμένο από την art nouveau αρχιτεκτονική του Gaudí. Και επιπλέον, είχε κι εκείνα τα διαολεμένα, ανεπανάληπτα, υπέρτατα αφράτα churros που τα σέρβιραν με ζεστή λιωμένη σοκολάτα... Άντε να τα ξαναβρώ αλλού στην Αθήνα τώρα. Σνιφ.
Συγκεκριμένα, μια μέρα κάπου το φθινόπωρο τηλεφωνούσα επανειλημμένα για να κλείσω τραπέζι κι απόρησα που δεν σήκωνε κανένας το τηλέφωνο. Οπότε το υπέθεσα... Οι υποψίες μου ότι μάλλον είχε κλείσει επιβεβαιώθηκαν. Λίγο καιρό μετά, όμως, έμαθα ότι άνοιξε στον ίδιο χώρο ένα νέο εστιατόριο, ονόματι Vaudeville by Maurice και ότι επρόκειτο για ένα αυθεντικό γαλλικό μπιστρό. Ε, καλά, όπως φαντάζεστε, εκστασιάστηκα, διότι η γαλλική κουζίνα στην Αθήνα σπανίζει και ειδικά σε φυσιολογικές τιμές (εννοώ, δηλαδή, να μην πληρώνεις το κάθε escargot σε τιμή διαμαντένιου μπρασελέ). Το πλησιέστερο εστιατόριο σε μπιστρό στην πόλη μας είναι το Chez Lucien (διαβάστε εδώ), που είναι συμπαθέστατο, αλλά έχει το εξής κουλό: δεν κάνουν κράτηση και πρέπει να πας σε συγκεκριμένη ώρα (βάρδια Α' στις 8:30 ή βάρδια Β' στις 10:30) για να καπαρώσεις τραπέζι, κι αυτό πολύ μου τη δίνει. Υπάρχει επίσης το Polly Maggoo (διαβάστε εδώ και εδώ), το οποίο ξέρετε ότι είναι μία από τις μεγάλες μου συμπάθειες, αλλά ενώ οι γεύσεις του είναι εξαιρετικές και ο σεφ του σίγουρα αντλεί την έμπνευσή του κατά το 80% από την κλασική γαλλική κουζίνα, είναι ένα εστιατόριο που, πρώτον, έχει μια πιο σύγχρονη ματιά, και δεύτερον, καλύπτει ένα πιο ευρύ μεσογειακό γαστρονομικό φάσμα. Νομίζω, λοιπόν, πως το Vaudeville ήρθε να καλύψει ένα κενό στον γαστρονομικό χάρτη της πόλης.
Καταρχάς, το ευχάριστο είναι ότι ο νέος ιδιοκτήτης αποφάσισε να διατηρήσει την εσωτερική διαμόρφωση του χώρου με τις καμπύλες αλά Gaudí και το μόνο που άλλαξε είναι τα τραπεζοκαθίσματα. Οι τοίχοι είναι λευκοί και το μπαρ ντυμένο με επένδυση ξύλου, στην ίδια απόχρωση με τα τραπέζια και τις καρέκλες. Ωραίο touch και το βάζο με τα κόκκινα τριαντάφυλλα επάνω στο μπαρ, καθώς και οι δύο μεγάλες γυάλες με μπισκότα που παραπέμπουν σε γαλλικό cafe. Το παριζιάνικο ντεκόρ συμπληρώνουν ένας πίνακας με τον πύργο του Άιφελ και ένας με το Moulin Rouge, που σας ταξιδεύουν κατευθείαν στη γαλλική πρωτεύουσα και αν ακόμα δεν είστε νοερά εκεί, o Serge Gainsbourg με την Jane Birkin που ακούγονται από τα ηχεία να σιγοτραγουδούν το Je t' aime... moi non plus, σίγουρα θα κάνουν τη δουλειά...
Στην περίπτωσή μας μάλιστα, μια παρέα νεαρών Γάλλων που έτρωγε δίπλα μας και κουβέντιαζε φωναχτά ήταν ό,τι πρέπει για να πιστεψουμε σχεδόν ότι βρισκόμαστε πράγματι σε κάποιο μπιστρό στις όχθες του Σηκουάνα... (Τώρα γιατί οι Γάλλοι από όοοολα τα εστιατόρια της Αθήνας επέλεξαν να πάνε σε γαλλικό μπιστρό είναι μια απορία που δεν θα μου λυθεί. Μα δεν το ξέρουν; When in Rome, do as Romans do, and when in Athens, eat souvlaki like there's no tomorrow. Τι στο καλό;)
Ας πάμε στο δια ταύτα, όμως. Ο κατάλογος είναι σύντομος, κατά την κλασική λογική των μπιστρό, ενώ υπάρχει και μενού τριών πιάτων με 25 ευρώ, όπως συνηθίζεται στην Γαλλία στα εστιατόρια αυτού του είδους. Ο κατάλογος έχει τα πιάτα γραμμένα και στα Γαλλικά, πράγμα που πάντα με χαροποιεί να βλέπω στα εστιατόρια με εθνικές κουζίνες -ακόμα και αν δεν γνωρίζω τη γλώσσα- γιατί σε μεταφέρει νοερά στη χώρα προέλευσης. Ωστόσο, ο ιδιοκτήτης είναι Γάλλος και το μενού, αν και μεταφρασμένο, έχει κάποια προβληματάκια στην απόδοση και δεν είναι απολύτως κατανοητό στα Ελληνικά. Για παράδειγμα, το μενού, το οποίο και παραγγείλαμε, περιλαμβάνει καταρχάς "σαλάτα με κουκουνάρι και καρύδια", που αν το σκεφτείς παραπέμπει σε μείγμα ξηροκάρπιων για να συνοδεύσεις το Johnny Walker ον δε ροκς και όχι σε σαλάτα με πρασινάδα που έχει απλώς ξηρούς καρπούς για γαρνιτούρα... Η σαλάτα, παρόλα αυτά ήταν ωραιότατη, με διακριτικό, αλλά επαρκές ντρέσινγκ και φρεσκότατα σαλατικά. Αλλά ας τα πάρουμε λίγο από την αρχή...
Αφού παραγγείλαμε, μας έφεραν ένα πιατάκι με καναπεδάκια: πατέ με αγγουράκι τουρσί και βούτυρο με σαλάμι επάνω σε κράκερ, που ήταν ό,τι πρέπει για να ξεγελάσουμε λίγο την πείνα μας, ενώ λίγο μετά μας σέρβιραν και ζεστή μπαγκέτα με μαλακό αλατισμένο βούτυρο, την οποία και τσακίσαμε.
Τα ορεκτικά του καταλόγου είναι κάπως περιορισμένα. Απορρίψαμε τα βραστά αυγά με μαγιονέζα (διότι τα σφιχτά αυγά μου θυμίζουν πρωτομαγιάτικο πικνίκ με τους γονείς μου/τσούγκρισμα το Πάσχα συνοδευόμενο από τη φράση "Το 'σπασες; Μπράβο, φα' το τώρα"/κολατσιό στην καμπίνα στα ολονύκτια ταξίδια με το βαπόρι Σαπφώ για τη Μυτιλήνη/και άλλα scary flashbacks από την παιδική μου ηλικία και τα έχω εξορίσει δια παντός από το διαιτολόγιό μου) και τα feuilletés με σολομό και σπανάκι (διότι στα 11 ευρώ τα βρήκα κάπως υπερτιμημένα) και επιλέξαμε το, ακριβό-μεν-αλλά-δικαίως φουαγκρά με pain grillé (τουτέστιν ψωμί ψητό). Σερβιρισμένο με ξερά δαμάσκηνα και λίγα σαλατικά on the side ήταν ο-νει-ρε-μέ-νο. (Του χρόνου πάλι, γιατί 20 ευρώ δεν τα δίνεις έτσι κάθε μέρα για ένα ορεκτικό. Ήταν, όμως, special occasion κι είπαμε να την κάνουμε την αμαρτία.)
Αφού απολαύσαμε τα πρώτα πιάτα και κοντεύαμε να τελειώσουμε και το κρασί μας, αρχίσαμε να διαπιστώνουμε ότι τα κυρίως αργούσαν και μάλιστα πολύ. Το ίδιο συνέβαινε και με τα υπόλοιπα τραπέζια γύρω μας. Να μη σας τα πολυλογώ, μεσολάβησε και ένα κέρασμα κρασιού από τον ιδιοκτήτη για την καθυστέρηση (σωστότατη χειρονομία, δεν λέω), και ακόμα περισσότερη καθυστέρηση, και τελικά τα κυρίως πιάτα μας έφτασαν στο τραπέζι 00:20 π.μ., δηλαδή δύο ώρες μετά την παραγγελία τους. Δεν ξέρω αν ήταν μεμονωμένο το πρόβλημα και συνέβαινε κάτι στην κουζίνα ειδικά εκείνη τη μέρα, ή αν το εστιατόριο πάσχει από έλλειψη συντονισμού επειδή είναι ακόμα αρχή, πάντως αυτό από μόνο του είναι ικανό να σε κάνει να το σκέφτεσαι σοβαρά αν θα το ξαναεπισκεφτείς... Ωστόσο, επειδή έμεινα πολύ ευχαριστημένη από όλους τους υπόλοιπους τομείς (γεύση, περιποίηση, ατμόσφαιρα κλπ.), θα του δώσω άλλη μια ευκαιρία.
Το κυρίως του μενού των 25 ευρώ είναι entrecôte με pommes frites, μοσχαρίσια δηλαδή κόντρα φιλέτου με τηγανητές πατάτες. Το κρέας ήταν άψογα ψημένο και μαλακό, οι πατάτες άγγιζαν την τελειότητα (και πιστέψτε με, είμαι πολύ απαιτητική στην τηγανητή πατάτα) και το πιάτο συνοδευόταν από μια νόστιμη σάλτσα που θύμιζε béarnaise. Επίσης, το να ακούς τον σερβιτόρο να αποκαλεί το κρέας "saignant" με γαλλική προφορά και όχι ΣΕΝΙΆΝ, του προσδίδει μια αυθεντικότητα που με κάποιο μαγικό τρόπο, προσθέτει πόντους και στη γεύση... Σίγουρα θα ξαναπαράγγελνα το συγκεκριμένο πιάτο, αλλά ελπίζω το εστιατόριο να αλλάζει τακτικά τα πιάτα που προτείνει στο μενού των 25 ευρώ, γιατί αυτό ευνοεί και την απόκτηση σταθερού πελατολόγιου, αν μη τι άλλο.
Το δεύτερο κυρίως που πήραμε ήταν steak tartare, το οποίο μόλις είδα στον κατάλογο σεληνιάστηκα, διότι δεν έχω ξαναδεί να σερβίρεται στην Αθήνα. (Απ' ό,τι γνωρίζω, το σερβίρουν και στο L' Aubrevoir, το οποίο, όμως, είναι αρκετά pricey και δεν το έχω επισκεφθεί ακόμα.) Eδώ, η τιμή των 25 ευρώ είναι αρμυρούτσικη, ωστόσο κατά τη γνώμη μου αξίζει τον κόπο, διότι πρώτον, όπως είπα, είναι πιάτο που σπανίζει και δεύτερον, είναι εξαιρετικό. Ο Σ. βέβαια, που στο κεφάλαιο ΚΡΕΑΣ είναι purist, είπε ότι είχε πολλά μυρωδικά, αλλά αυτά είναι γούστα...
Και κάπου εκεί, είχε φτάσει η ώρα για το επιδόρπιο, το οποίο ήμουν σίγουρη ότι θα ήταν απολαυστικό. Οι επιλογές στα επιδόρπια είναι αρκετές, αλλά για μένα δεν τίθεται ερώτημα όταν στον κατάλογο βλέπω τη λέξη προφιτερόλ. (Ο Γιώργος Κωνσταντίνου θα συμφωνούσε, πιστεύω.) Και ήταν πράγματι τρομερά απολαυστικό. Για του λόγου το αληθές, θα σας πω και πώς το περιέγραψε ο κύριος από το διπλανό μας τραπέζι (όχι αυτό των Γάλλων, από την άλλη μεριά, χαχά) όταν ρωτήθηκε από τον ιδιοκτήτη αν του άρεσε: "Ήταν καλύτερο ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΕΞ.". Εντάξει, εγώ δεν θα φτάσω σε τόσο ακραίες δηλώσεις, όμως ήταν πράγματι κολασμένο.
Συνοψίζοντας, από το φαγητό και το σέρβις έμεινα απόλυτα ικανοποιημένη (ο κύριος Maurice, ειδικά, είναι αξιαγάπητος). Το θέμα της αργοπορίας σίγουρα αφαιρεί πόντους, αλλά εάν πρόκειται για μεμονωμένο συμβάν είμαι διατεθειμένη να το διαγράψω από τη μνήμη μου. Τέλος, οι τιμές, αν και όχι παράλογες, είναι λίγο πιο τσιμπημένες από ό,τι θα ήθελα για να μπορώ να πω ότι θα ερχόμουν πολύ συχνά, με την εξαίρεση φυσικά του μενού των 25 ευρω, που αν αλλάζει ανά τακτά διαστήματα θα ήταν θείο δώρο...
Ετυμηγορία: παριζιάνικη ατμόσφαιρα, αυθεντικό γαλλικό μπιστρό και λογικές τιμές; Oh, oui.
Κουζίνα: γαλλική
Τιμές: 25-35 ευρώ το άτομο.
Υ.Γ. Ε, δεν μπορούσα να μην το συμπεριλάβω:
Συγκεκριμένα, μια μέρα κάπου το φθινόπωρο τηλεφωνούσα επανειλημμένα για να κλείσω τραπέζι κι απόρησα που δεν σήκωνε κανένας το τηλέφωνο. Οπότε το υπέθεσα... Οι υποψίες μου ότι μάλλον είχε κλείσει επιβεβαιώθηκαν. Λίγο καιρό μετά, όμως, έμαθα ότι άνοιξε στον ίδιο χώρο ένα νέο εστιατόριο, ονόματι Vaudeville by Maurice και ότι επρόκειτο για ένα αυθεντικό γαλλικό μπιστρό. Ε, καλά, όπως φαντάζεστε, εκστασιάστηκα, διότι η γαλλική κουζίνα στην Αθήνα σπανίζει και ειδικά σε φυσιολογικές τιμές (εννοώ, δηλαδή, να μην πληρώνεις το κάθε escargot σε τιμή διαμαντένιου μπρασελέ). Το πλησιέστερο εστιατόριο σε μπιστρό στην πόλη μας είναι το Chez Lucien (διαβάστε εδώ), που είναι συμπαθέστατο, αλλά έχει το εξής κουλό: δεν κάνουν κράτηση και πρέπει να πας σε συγκεκριμένη ώρα (βάρδια Α' στις 8:30 ή βάρδια Β' στις 10:30) για να καπαρώσεις τραπέζι, κι αυτό πολύ μου τη δίνει. Υπάρχει επίσης το Polly Maggoo (διαβάστε εδώ και εδώ), το οποίο ξέρετε ότι είναι μία από τις μεγάλες μου συμπάθειες, αλλά ενώ οι γεύσεις του είναι εξαιρετικές και ο σεφ του σίγουρα αντλεί την έμπνευσή του κατά το 80% από την κλασική γαλλική κουζίνα, είναι ένα εστιατόριο που, πρώτον, έχει μια πιο σύγχρονη ματιά, και δεύτερον, καλύπτει ένα πιο ευρύ μεσογειακό γαστρονομικό φάσμα. Νομίζω, λοιπόν, πως το Vaudeville ήρθε να καλύψει ένα κενό στον γαστρονομικό χάρτη της πόλης.
Καταρχάς, το ευχάριστο είναι ότι ο νέος ιδιοκτήτης αποφάσισε να διατηρήσει την εσωτερική διαμόρφωση του χώρου με τις καμπύλες αλά Gaudí και το μόνο που άλλαξε είναι τα τραπεζοκαθίσματα. Οι τοίχοι είναι λευκοί και το μπαρ ντυμένο με επένδυση ξύλου, στην ίδια απόχρωση με τα τραπέζια και τις καρέκλες. Ωραίο touch και το βάζο με τα κόκκινα τριαντάφυλλα επάνω στο μπαρ, καθώς και οι δύο μεγάλες γυάλες με μπισκότα που παραπέμπουν σε γαλλικό cafe. Το παριζιάνικο ντεκόρ συμπληρώνουν ένας πίνακας με τον πύργο του Άιφελ και ένας με το Moulin Rouge, που σας ταξιδεύουν κατευθείαν στη γαλλική πρωτεύουσα και αν ακόμα δεν είστε νοερά εκεί, o Serge Gainsbourg με την Jane Birkin που ακούγονται από τα ηχεία να σιγοτραγουδούν το Je t' aime... moi non plus, σίγουρα θα κάνουν τη δουλειά...
Στην περίπτωσή μας μάλιστα, μια παρέα νεαρών Γάλλων που έτρωγε δίπλα μας και κουβέντιαζε φωναχτά ήταν ό,τι πρέπει για να πιστεψουμε σχεδόν ότι βρισκόμαστε πράγματι σε κάποιο μπιστρό στις όχθες του Σηκουάνα... (Τώρα γιατί οι Γάλλοι από όοοολα τα εστιατόρια της Αθήνας επέλεξαν να πάνε σε γαλλικό μπιστρό είναι μια απορία που δεν θα μου λυθεί. Μα δεν το ξέρουν; When in Rome, do as Romans do, and when in Athens, eat souvlaki like there's no tomorrow. Τι στο καλό;)
Ας πάμε στο δια ταύτα, όμως. Ο κατάλογος είναι σύντομος, κατά την κλασική λογική των μπιστρό, ενώ υπάρχει και μενού τριών πιάτων με 25 ευρώ, όπως συνηθίζεται στην Γαλλία στα εστιατόρια αυτού του είδους. Ο κατάλογος έχει τα πιάτα γραμμένα και στα Γαλλικά, πράγμα που πάντα με χαροποιεί να βλέπω στα εστιατόρια με εθνικές κουζίνες -ακόμα και αν δεν γνωρίζω τη γλώσσα- γιατί σε μεταφέρει νοερά στη χώρα προέλευσης. Ωστόσο, ο ιδιοκτήτης είναι Γάλλος και το μενού, αν και μεταφρασμένο, έχει κάποια προβληματάκια στην απόδοση και δεν είναι απολύτως κατανοητό στα Ελληνικά. Για παράδειγμα, το μενού, το οποίο και παραγγείλαμε, περιλαμβάνει καταρχάς "σαλάτα με κουκουνάρι και καρύδια", που αν το σκεφτείς παραπέμπει σε μείγμα ξηροκάρπιων για να συνοδεύσεις το Johnny Walker ον δε ροκς και όχι σε σαλάτα με πρασινάδα που έχει απλώς ξηρούς καρπούς για γαρνιτούρα... Η σαλάτα, παρόλα αυτά ήταν ωραιότατη, με διακριτικό, αλλά επαρκές ντρέσινγκ και φρεσκότατα σαλατικά. Αλλά ας τα πάρουμε λίγο από την αρχή...
Αφού παραγγείλαμε, μας έφεραν ένα πιατάκι με καναπεδάκια: πατέ με αγγουράκι τουρσί και βούτυρο με σαλάμι επάνω σε κράκερ, που ήταν ό,τι πρέπει για να ξεγελάσουμε λίγο την πείνα μας, ενώ λίγο μετά μας σέρβιραν και ζεστή μπαγκέτα με μαλακό αλατισμένο βούτυρο, την οποία και τσακίσαμε.
Τα ορεκτικά του καταλόγου είναι κάπως περιορισμένα. Απορρίψαμε τα βραστά αυγά με μαγιονέζα (διότι τα σφιχτά αυγά μου θυμίζουν πρωτομαγιάτικο πικνίκ με τους γονείς μου/τσούγκρισμα το Πάσχα συνοδευόμενο από τη φράση "Το 'σπασες; Μπράβο, φα' το τώρα"/κολατσιό στην καμπίνα στα ολονύκτια ταξίδια με το βαπόρι Σαπφώ για τη Μυτιλήνη/και άλλα scary flashbacks από την παιδική μου ηλικία και τα έχω εξορίσει δια παντός από το διαιτολόγιό μου) και τα feuilletés με σολομό και σπανάκι (διότι στα 11 ευρώ τα βρήκα κάπως υπερτιμημένα) και επιλέξαμε το, ακριβό-μεν-αλλά-δικαίως φουαγκρά με pain grillé (τουτέστιν ψωμί ψητό). Σερβιρισμένο με ξερά δαμάσκηνα και λίγα σαλατικά on the side ήταν ο-νει-ρε-μέ-νο. (Του χρόνου πάλι, γιατί 20 ευρώ δεν τα δίνεις έτσι κάθε μέρα για ένα ορεκτικό. Ήταν, όμως, special occasion κι είπαμε να την κάνουμε την αμαρτία.)
Αφού απολαύσαμε τα πρώτα πιάτα και κοντεύαμε να τελειώσουμε και το κρασί μας, αρχίσαμε να διαπιστώνουμε ότι τα κυρίως αργούσαν και μάλιστα πολύ. Το ίδιο συνέβαινε και με τα υπόλοιπα τραπέζια γύρω μας. Να μη σας τα πολυλογώ, μεσολάβησε και ένα κέρασμα κρασιού από τον ιδιοκτήτη για την καθυστέρηση (σωστότατη χειρονομία, δεν λέω), και ακόμα περισσότερη καθυστέρηση, και τελικά τα κυρίως πιάτα μας έφτασαν στο τραπέζι 00:20 π.μ., δηλαδή δύο ώρες μετά την παραγγελία τους. Δεν ξέρω αν ήταν μεμονωμένο το πρόβλημα και συνέβαινε κάτι στην κουζίνα ειδικά εκείνη τη μέρα, ή αν το εστιατόριο πάσχει από έλλειψη συντονισμού επειδή είναι ακόμα αρχή, πάντως αυτό από μόνο του είναι ικανό να σε κάνει να το σκέφτεσαι σοβαρά αν θα το ξαναεπισκεφτείς... Ωστόσο, επειδή έμεινα πολύ ευχαριστημένη από όλους τους υπόλοιπους τομείς (γεύση, περιποίηση, ατμόσφαιρα κλπ.), θα του δώσω άλλη μια ευκαιρία.
Το κυρίως του μενού των 25 ευρώ είναι entrecôte με pommes frites, μοσχαρίσια δηλαδή κόντρα φιλέτου με τηγανητές πατάτες. Το κρέας ήταν άψογα ψημένο και μαλακό, οι πατάτες άγγιζαν την τελειότητα (και πιστέψτε με, είμαι πολύ απαιτητική στην τηγανητή πατάτα) και το πιάτο συνοδευόταν από μια νόστιμη σάλτσα που θύμιζε béarnaise. Επίσης, το να ακούς τον σερβιτόρο να αποκαλεί το κρέας "saignant" με γαλλική προφορά και όχι ΣΕΝΙΆΝ, του προσδίδει μια αυθεντικότητα που με κάποιο μαγικό τρόπο, προσθέτει πόντους και στη γεύση... Σίγουρα θα ξαναπαράγγελνα το συγκεκριμένο πιάτο, αλλά ελπίζω το εστιατόριο να αλλάζει τακτικά τα πιάτα που προτείνει στο μενού των 25 ευρώ, γιατί αυτό ευνοεί και την απόκτηση σταθερού πελατολόγιου, αν μη τι άλλο.
Το δεύτερο κυρίως που πήραμε ήταν steak tartare, το οποίο μόλις είδα στον κατάλογο σεληνιάστηκα, διότι δεν έχω ξαναδεί να σερβίρεται στην Αθήνα. (Απ' ό,τι γνωρίζω, το σερβίρουν και στο L' Aubrevoir, το οποίο, όμως, είναι αρκετά pricey και δεν το έχω επισκεφθεί ακόμα.) Eδώ, η τιμή των 25 ευρώ είναι αρμυρούτσικη, ωστόσο κατά τη γνώμη μου αξίζει τον κόπο, διότι πρώτον, όπως είπα, είναι πιάτο που σπανίζει και δεύτερον, είναι εξαιρετικό. Ο Σ. βέβαια, που στο κεφάλαιο ΚΡΕΑΣ είναι purist, είπε ότι είχε πολλά μυρωδικά, αλλά αυτά είναι γούστα...
Και κάπου εκεί, είχε φτάσει η ώρα για το επιδόρπιο, το οποίο ήμουν σίγουρη ότι θα ήταν απολαυστικό. Οι επιλογές στα επιδόρπια είναι αρκετές, αλλά για μένα δεν τίθεται ερώτημα όταν στον κατάλογο βλέπω τη λέξη προφιτερόλ. (Ο Γιώργος Κωνσταντίνου θα συμφωνούσε, πιστεύω.) Και ήταν πράγματι τρομερά απολαυστικό. Για του λόγου το αληθές, θα σας πω και πώς το περιέγραψε ο κύριος από το διπλανό μας τραπέζι (όχι αυτό των Γάλλων, από την άλλη μεριά, χαχά) όταν ρωτήθηκε από τον ιδιοκτήτη αν του άρεσε: "Ήταν καλύτερο ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΕΞ.". Εντάξει, εγώ δεν θα φτάσω σε τόσο ακραίες δηλώσεις, όμως ήταν πράγματι κολασμένο.
Συνοψίζοντας, από το φαγητό και το σέρβις έμεινα απόλυτα ικανοποιημένη (ο κύριος Maurice, ειδικά, είναι αξιαγάπητος). Το θέμα της αργοπορίας σίγουρα αφαιρεί πόντους, αλλά εάν πρόκειται για μεμονωμένο συμβάν είμαι διατεθειμένη να το διαγράψω από τη μνήμη μου. Τέλος, οι τιμές, αν και όχι παράλογες, είναι λίγο πιο τσιμπημένες από ό,τι θα ήθελα για να μπορώ να πω ότι θα ερχόμουν πολύ συχνά, με την εξαίρεση φυσικά του μενού των 25 ευρω, που αν αλλάζει ανά τακτά διαστήματα θα ήταν θείο δώρο...
Ετυμηγορία: παριζιάνικη ατμόσφαιρα, αυθεντικό γαλλικό μπιστρό και λογικές τιμές; Oh, oui.
Κουζίνα: γαλλική
Τιμές: 25-35 ευρώ το άτομο.
Υ.Γ. Ε, δεν μπορούσα να μην το συμπεριλάβω:
Δεν ήξερα ότι έκλεισε το Barceloneta! Είχα 1 χρόνο να πάω. Πράγματι πάνε τα churros con chocolate! Αν βρεις κάτι αντίστοιχο στην Αθήνα περιμένουμε σχετική ανάρτηση. Για την παρέα των Γάλλων είναι στη νοοτροπία τους...
ΑπάντησηΔιαγραφή