Ααααα, επιτέλους, Π-Box. Το λιμπιζόμουν από την πρώτη μέρα που άνοιξε. Θα ξεκινήσω λέγοντάς σας ότι εδώ απόλαυσα ένα από τα καλύτερα γεύματα της χρονιάς. Ο Χριστόφορος Πέσκιας είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους εγχώριους σεφ κι αυτό φαίνεται στην κάθε μπουκιά.
Το Π-Βox είναι ένα teeny tiny εστιατόριο στο στυλ των νεοϋορκέζικων deli-restaurants, που δεν χωράει πάνω από 35 άτομα, άντε και λίγα παραπάνω το καλοκαίρι που βγάζει και 5-6 τραπεζάκια στην αυλή. Η κουζίνα του είναι ανοιχτή, στο κέντρο του εστιατορίου, και τα λίγα άτομα που δειπνούν στην μπάρα μπορούν να παρακολουθούν τον σεφ εν δράσει. Ο χώρος είναι ζεστός, με ανοιχτόχρωμες ξύλινες ραφιέρες που φτάνουν ως το ταβάνι και φιλοξενούν yummy τερψιλαρύγγιες λιχουδιές προς πώληση, ενώ πάνω από την κουζίνα κρέμονται λαχταριστά από το ταβάνι διάφορα ζουμπουρλούδικα αλλαντικά. Εμείς καθίσαμε στην αυλή, αλλά σίγουρα στην επόμενη επίσκεψή μου, όταν αρχίσει να κρυώνει ο καιρός, θα επιχειρήσω να καπαρώσω ένα σκαμπό στην μπάρα, για να παρακολουθήσω από κοντά τον τζερτζελέ.
Ανοίγοντας την κάρτα, πραγματικά δεν ήξερα τι να πρωτοπαραγγείλω, αφού όλα φαίνονταν τρομερά δελεαστικά. Αρχικά λιμπιστήκαμε τις μοσχαρίσιες καρδιές, αλλά μας αποθάρρυνε η πληροφορία της σερβιτόρας ότι ήταν πολύ πικάντικες. Έτσι παραγγείλαμε τη σούπα με πεπόνι, φέτα και κριτσίνια με προσούτο για αρχή (12 ευρώ), η οποία ήταν η καλύτερη δυνατή επιλογή για καλοκαίρι: δροσερή, γλυκιά (είχε και λίγο μέλι), με το προσουτάκι τυλιγμένο στα κριτσίνια για αλμυρή εναλλαγή. Συνεχίσαμε με λαδοτύρι σαγανάκι με μαρμελάδα λεμόνι ΓΙΑΜ (11 ευρώ), που το βρήκα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ορεκτικά που έχω φάει ποτέ. Καθώς κατάγομαι από τη Μυτιλήνη και γνωρίζω εξ απαλών ονύχων ότι το λαδοτύρι κάνει το καλύτερο σαγανάκι ΕVER, βρήκα την ιδέα της γαρνιτούρας με μαρμελάδα κα-τα-πλη-κτι-κή. Γλυκόξινη η μαρμελάδα, αλμυρό το λαδοτύρι, μαζί με μικρές μπουκίτσες από φρέσκο ψωμάκι, η απόλαυση στο μάξιμουμ.
Από τα κυρίως, διάλεξα το κοτόπουλο με κρούστα από λεμόνι, βασιλικό, poppy seeds και dressing με γιαούρτι και μαριναρισμένο αγγούρι (16 ευρώ). Επίσης ό,τι πρέπει για καλοκαίρι. Το κοτόπουλο άψογα ψημένο -και όχι στεγνωμένο, η κρούστα του αρωματική όσο δεν παίρνει και το ντρέσινγκ δροσιστικότατο. Μου έκανε εξαιρετική εντύπωση το γεγονός ότι η πληθωρική γαρνιτούρα αυτού του πιάτου δεν έπνιγε καθόλου τη γεύση του κοτόπουλου, πράγμα που δηλώνει πολύ καλή πρώτη ύλη. Αλλά και το δεύτερο κυρίως πιάτο που δοκίμασα ήταν πάρα πολύ καλό: μπριζόλα χοιρινή με σάλτσα βερίκοκου, ginger και κολοκυθάκια στον ατμό (18 ευρώ). Η μπριζόλα ροδαλή και τρυφερή, η σάλτσα απαλή και γλυκιά, τα κολοκυθάκια η ουδέτερη εξισορρόπηση στον ουρανίσκο. Και τα τέσσερα πιάτα που δοκιμάσαμε χαρακτηρίζονταν από δημιουργικότητα, πρωτοτυπία , καθαρότητα γεύσεων και φινέτσα στην εκτέλεση, αλλά και στην όψη.
Η λίστα κρασιού του Π-Box είναι εξίσου ενδιαφέρουσα με το μενού. Μικρή και περιεκτική, τα ελληνικά κρασιά δεν κυριαρχούν αριθμητικά, παρά ισορροπούν μαζί με άλλες χώρες στην κάρτα και όλες οι επιλογές είναι ξεκάθαρο πως έχουν γίνει με μεγάλη προσοχή. Μόνο μου παράπονο είναι πως σε ένα τέτοιο εστιατόριο δεν μπορεί να διατίθεται μόνο ένα λευκό κι ένα κόκκινο κρασί σε ποτήρι. Αντιλαμβάνομαι ότι δεν πρόκειται φυσικά για wine restaurant, αλλά έστω δύο-τρεις επιλογές από το καθένα θα τις ήθελα. Ωστόσο, το Bodegas Fescenino (Tempranillo) του 2008 που σερβίρεται σε ποτήρι ήταν ωραίο (6 ευρώ το ποτήρι, τιμή φιάλης 25).
Πάντως, οι λάτρεις του κρασιού μπορούν να έρθουν και να απολαύσουν ένα ωραίο μπουκάλι παρέα με τυριά και αλλαντικά από μια πολύ ενδιαφέρουσα λίστα. Στα τυριά, που συνολικά είναι 26, θα βρείτε, για παράδειγμα, από μελίχλωρο Λήμνου (6 ευρώ) και ξινοτύρι Κιμώλου (5 ευρώ) ως Manchego affinage (7.5) και ελβετικό Tête de Moine (8), ενώ στα αλλαντικά (31 στο σύνολο), λούτζα Τήνου (4.5), βοδινό παστράμι με πιπέρι Μιράν (αυτό μου γυάλισε τρελά) ή σαλάμι καυτερό Ουγγαρίας (5 ευρώ). Τώρα βέβαια, κάποιοι μπορεί και να μην ενθουσιάζονται στην ιδέα, όπως ας πούμε το ζευγάρι που ήρθε και στρογγυλοκάθισε στο διπλανό τραπέζι (χωρίς να ρωτήσει κανέναν και χωρίς να έχει κάνει κράτηση), και ο κύριος μελετώντας το μενού, δήλωσε απαξιωτικά: "Τι έχει τώρα εδώ να φάμε; Σκατά! Αλλαντικά, τυριά... Την πατήσαμε πάλι!". Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα.
Το γεύμα μας έκλεισε με τάρτα σοκολάτας gianduja και παγωτό βανίλια (8 ευρώ) για επιδόρπιο. Σίγουρα το dessert δεν ήταν στο ύψος του φαγητού. Εκτίμησα την καθαρότητα των υλικών του, το αρωματικό παγωτό και την ωραία στρωμένη σοκολάτα, αλλά συνολικά ήταν κάπως βαρύ. Θα ήθελα επίσης και λίγο μεγαλύτερη ποικιλία, αφού τα επιδόρπια ήταν μόνο τρία.
Στην επόμενή μου επίσκεψη, σίγουρα θα κάνω από νωρίς κράτηση για την μπάρα, και ενδεχομένως να κινηθώ περισσότερο με επιλογές από τα πρώτα πιάτα. Δελεαστικό ακούγεται το βρώμικο των Βορείων Προαστίων (12 ευρώ), ενώ μου φαίνεται πως για τις μοσχαρίσιες καρδιές δε θα ξαναδιστάσω.
Ετυμηγορία: Άψογο. Αχ, κύριε Πέσκια. Μας κακομαθαίνετε.
Κουζίνα: deli-restaurant
Τιμές: 35-55 ευρώ το άτομο. Εμείς πληρώσαμε 40 και, believe me, δεν τα λυπήθηκα καθόλου.
Σέρβις: Υποδειγματικό. Η κοπέλα που μας σέρβιρε ήταν εξαιρετικά ευγενική, χωρίς ίχνος προσποίησης και πολύ ενημερωμένη για το περιεχόμενο της κάρτας.
Κράτηση: Οπωσδήποτε και μάλιστα μέρες πριν, γιατί το εστιατόριο είναι πολύ μικρό.
Καλοκαίρι: Λίγα τραπεζάκια στην αυλή.
Crowd: Το καλύτερο σας το φυλάω, όπως πάντα, για το τέλος.
Δεξιά μας, επιτηδευμένοι/τάχα μου ατημέλητοι γκριζομάλληδες ματσωμένοι 50άρηδες με παλιό χρήμα, που έχουν έρθει να κάνουν το κομμάτι τους παραγγέλνοντας με άνεση και στόμφο ό,τι έχει και δεν έχει το μενού, ξοδεύοντας like there's no tomorrow: και πλατό τυριών-αλλαντικών, και άλλο μπουκάλι κρασί με κάθε πιάτο, και τα λικέρ τους στο τέλος και τους εσπρέσο τους και ό,τι επιδόρπιο υπάρχει.
Αριστερά μας, double date 30άρηδων νεόπλουτων, με ανίδεη καραξανθιά μοντέλα-τύπου με φλούο πορτοκαλί συνολάκι να εξηγεί με στόμφο στην ακόμα πιο ανίδεη παρέα της το μενού. Αφού κατέληξε ότι "θα πάρει σαλάτα, γιατί πεινάει" (παρντόν;) και εξήγησε στον συνοδό της ότι "foie gras είναι η πάπια", συνέχισε επί της wine list, αφορίζοντας τα γαλλικά κρασιά εν γένει: "Τι γαλλικά κρασιά και ξένα τώρα; Τσάμπα λεφτά. Λες και τι διαφορά έχουν. Μια χαρά είναι τα ελληνικά.", συνεχίζοντας για να μας αναλύσει τις προτιμήσεις της: Μου αρέσει η Βίβλια (sic) Χώρα. Και το Κτήμα Γεροβασιλείου. Γενικά, εγώ θέλω το κρασί μου να έχει θέμα τη βόρεια Ελλάδα." Στη συνέχεια, ο συνοδός της επισήμανε ότι "τα μισά τυριά είναι αγγλικά" και η κυρία αποφάνθηκε ότι "το μάρκετινγκ έχει πρόβλημα". Ρε παιδιά, αλήθεια σας λέω. Δεν τα βγάζω από το μυαλό μου. Έχω και μάρτυρα.
Το Π-Βox είναι ένα teeny tiny εστιατόριο στο στυλ των νεοϋορκέζικων deli-restaurants, που δεν χωράει πάνω από 35 άτομα, άντε και λίγα παραπάνω το καλοκαίρι που βγάζει και 5-6 τραπεζάκια στην αυλή. Η κουζίνα του είναι ανοιχτή, στο κέντρο του εστιατορίου, και τα λίγα άτομα που δειπνούν στην μπάρα μπορούν να παρακολουθούν τον σεφ εν δράσει. Ο χώρος είναι ζεστός, με ανοιχτόχρωμες ξύλινες ραφιέρες που φτάνουν ως το ταβάνι και φιλοξενούν yummy τερψιλαρύγγιες λιχουδιές προς πώληση, ενώ πάνω από την κουζίνα κρέμονται λαχταριστά από το ταβάνι διάφορα ζουμπουρλούδικα αλλαντικά. Εμείς καθίσαμε στην αυλή, αλλά σίγουρα στην επόμενη επίσκεψή μου, όταν αρχίσει να κρυώνει ο καιρός, θα επιχειρήσω να καπαρώσω ένα σκαμπό στην μπάρα, για να παρακολουθήσω από κοντά τον τζερτζελέ.
Ανοίγοντας την κάρτα, πραγματικά δεν ήξερα τι να πρωτοπαραγγείλω, αφού όλα φαίνονταν τρομερά δελεαστικά. Αρχικά λιμπιστήκαμε τις μοσχαρίσιες καρδιές, αλλά μας αποθάρρυνε η πληροφορία της σερβιτόρας ότι ήταν πολύ πικάντικες. Έτσι παραγγείλαμε τη σούπα με πεπόνι, φέτα και κριτσίνια με προσούτο για αρχή (12 ευρώ), η οποία ήταν η καλύτερη δυνατή επιλογή για καλοκαίρι: δροσερή, γλυκιά (είχε και λίγο μέλι), με το προσουτάκι τυλιγμένο στα κριτσίνια για αλμυρή εναλλαγή. Συνεχίσαμε με λαδοτύρι σαγανάκι με μαρμελάδα λεμόνι ΓΙΑΜ (11 ευρώ), που το βρήκα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ορεκτικά που έχω φάει ποτέ. Καθώς κατάγομαι από τη Μυτιλήνη και γνωρίζω εξ απαλών ονύχων ότι το λαδοτύρι κάνει το καλύτερο σαγανάκι ΕVER, βρήκα την ιδέα της γαρνιτούρας με μαρμελάδα κα-τα-πλη-κτι-κή. Γλυκόξινη η μαρμελάδα, αλμυρό το λαδοτύρι, μαζί με μικρές μπουκίτσες από φρέσκο ψωμάκι, η απόλαυση στο μάξιμουμ.
Από τα κυρίως, διάλεξα το κοτόπουλο με κρούστα από λεμόνι, βασιλικό, poppy seeds και dressing με γιαούρτι και μαριναρισμένο αγγούρι (16 ευρώ). Επίσης ό,τι πρέπει για καλοκαίρι. Το κοτόπουλο άψογα ψημένο -και όχι στεγνωμένο, η κρούστα του αρωματική όσο δεν παίρνει και το ντρέσινγκ δροσιστικότατο. Μου έκανε εξαιρετική εντύπωση το γεγονός ότι η πληθωρική γαρνιτούρα αυτού του πιάτου δεν έπνιγε καθόλου τη γεύση του κοτόπουλου, πράγμα που δηλώνει πολύ καλή πρώτη ύλη. Αλλά και το δεύτερο κυρίως πιάτο που δοκίμασα ήταν πάρα πολύ καλό: μπριζόλα χοιρινή με σάλτσα βερίκοκου, ginger και κολοκυθάκια στον ατμό (18 ευρώ). Η μπριζόλα ροδαλή και τρυφερή, η σάλτσα απαλή και γλυκιά, τα κολοκυθάκια η ουδέτερη εξισορρόπηση στον ουρανίσκο. Και τα τέσσερα πιάτα που δοκιμάσαμε χαρακτηρίζονταν από δημιουργικότητα, πρωτοτυπία , καθαρότητα γεύσεων και φινέτσα στην εκτέλεση, αλλά και στην όψη.
Η λίστα κρασιού του Π-Box είναι εξίσου ενδιαφέρουσα με το μενού. Μικρή και περιεκτική, τα ελληνικά κρασιά δεν κυριαρχούν αριθμητικά, παρά ισορροπούν μαζί με άλλες χώρες στην κάρτα και όλες οι επιλογές είναι ξεκάθαρο πως έχουν γίνει με μεγάλη προσοχή. Μόνο μου παράπονο είναι πως σε ένα τέτοιο εστιατόριο δεν μπορεί να διατίθεται μόνο ένα λευκό κι ένα κόκκινο κρασί σε ποτήρι. Αντιλαμβάνομαι ότι δεν πρόκειται φυσικά για wine restaurant, αλλά έστω δύο-τρεις επιλογές από το καθένα θα τις ήθελα. Ωστόσο, το Bodegas Fescenino (Tempranillo) του 2008 που σερβίρεται σε ποτήρι ήταν ωραίο (6 ευρώ το ποτήρι, τιμή φιάλης 25).
Πάντως, οι λάτρεις του κρασιού μπορούν να έρθουν και να απολαύσουν ένα ωραίο μπουκάλι παρέα με τυριά και αλλαντικά από μια πολύ ενδιαφέρουσα λίστα. Στα τυριά, που συνολικά είναι 26, θα βρείτε, για παράδειγμα, από μελίχλωρο Λήμνου (6 ευρώ) και ξινοτύρι Κιμώλου (5 ευρώ) ως Manchego affinage (7.5) και ελβετικό Tête de Moine (8), ενώ στα αλλαντικά (31 στο σύνολο), λούτζα Τήνου (4.5), βοδινό παστράμι με πιπέρι Μιράν (αυτό μου γυάλισε τρελά) ή σαλάμι καυτερό Ουγγαρίας (5 ευρώ). Τώρα βέβαια, κάποιοι μπορεί και να μην ενθουσιάζονται στην ιδέα, όπως ας πούμε το ζευγάρι που ήρθε και στρογγυλοκάθισε στο διπλανό τραπέζι (χωρίς να ρωτήσει κανέναν και χωρίς να έχει κάνει κράτηση), και ο κύριος μελετώντας το μενού, δήλωσε απαξιωτικά: "Τι έχει τώρα εδώ να φάμε; Σκατά! Αλλαντικά, τυριά... Την πατήσαμε πάλι!". Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα.
Το γεύμα μας έκλεισε με τάρτα σοκολάτας gianduja και παγωτό βανίλια (8 ευρώ) για επιδόρπιο. Σίγουρα το dessert δεν ήταν στο ύψος του φαγητού. Εκτίμησα την καθαρότητα των υλικών του, το αρωματικό παγωτό και την ωραία στρωμένη σοκολάτα, αλλά συνολικά ήταν κάπως βαρύ. Θα ήθελα επίσης και λίγο μεγαλύτερη ποικιλία, αφού τα επιδόρπια ήταν μόνο τρία.
Στην επόμενή μου επίσκεψη, σίγουρα θα κάνω από νωρίς κράτηση για την μπάρα, και ενδεχομένως να κινηθώ περισσότερο με επιλογές από τα πρώτα πιάτα. Δελεαστικό ακούγεται το βρώμικο των Βορείων Προαστίων (12 ευρώ), ενώ μου φαίνεται πως για τις μοσχαρίσιες καρδιές δε θα ξαναδιστάσω.
Ετυμηγορία: Άψογο. Αχ, κύριε Πέσκια. Μας κακομαθαίνετε.
Κουζίνα: deli-restaurant
Τιμές: 35-55 ευρώ το άτομο. Εμείς πληρώσαμε 40 και, believe me, δεν τα λυπήθηκα καθόλου.
Σέρβις: Υποδειγματικό. Η κοπέλα που μας σέρβιρε ήταν εξαιρετικά ευγενική, χωρίς ίχνος προσποίησης και πολύ ενημερωμένη για το περιεχόμενο της κάρτας.
Κράτηση: Οπωσδήποτε και μάλιστα μέρες πριν, γιατί το εστιατόριο είναι πολύ μικρό.
Καλοκαίρι: Λίγα τραπεζάκια στην αυλή.
Crowd: Το καλύτερο σας το φυλάω, όπως πάντα, για το τέλος.
Δεξιά μας, επιτηδευμένοι/τάχα μου ατημέλητοι γκριζομάλληδες ματσωμένοι 50άρηδες με παλιό χρήμα, που έχουν έρθει να κάνουν το κομμάτι τους παραγγέλνοντας με άνεση και στόμφο ό,τι έχει και δεν έχει το μενού, ξοδεύοντας like there's no tomorrow: και πλατό τυριών-αλλαντικών, και άλλο μπουκάλι κρασί με κάθε πιάτο, και τα λικέρ τους στο τέλος και τους εσπρέσο τους και ό,τι επιδόρπιο υπάρχει.
Αριστερά μας, double date 30άρηδων νεόπλουτων, με ανίδεη καραξανθιά μοντέλα-τύπου με φλούο πορτοκαλί συνολάκι να εξηγεί με στόμφο στην ακόμα πιο ανίδεη παρέα της το μενού. Αφού κατέληξε ότι "θα πάρει σαλάτα, γιατί πεινάει" (παρντόν;) και εξήγησε στον συνοδό της ότι "foie gras είναι η πάπια", συνέχισε επί της wine list, αφορίζοντας τα γαλλικά κρασιά εν γένει: "Τι γαλλικά κρασιά και ξένα τώρα; Τσάμπα λεφτά. Λες και τι διαφορά έχουν. Μια χαρά είναι τα ελληνικά.", συνεχίζοντας για να μας αναλύσει τις προτιμήσεις της: Μου αρέσει η Βίβλια (sic) Χώρα. Και το Κτήμα Γεροβασιλείου. Γενικά, εγώ θέλω το κρασί μου να έχει θέμα τη βόρεια Ελλάδα." Στη συνέχεια, ο συνοδός της επισήμανε ότι "τα μισά τυριά είναι αγγλικά" και η κυρία αποφάνθηκε ότι "το μάρκετινγκ έχει πρόβλημα". Ρε παιδιά, αλήθεια σας λέω. Δεν τα βγάζω από το μυαλό μου. Έχω και μάρτυρα.
ΚΑταρχήν γέλασα πολύ με τα τελευταία comments!!Ε ναι έτσι είναι δυστυχώς...!!:Όσο για το εστιατόριο έχω περάσει απ'έξω, έχω διαβάσει και σε περιοδικό, απλά για καλοκαιράκι δεν μας έκανε να καθήσουμε γιατί θέλαμε κάτι σε αυλή και όχι στον πεζόδρομο, οπότε θα το προτιμήσουμε το φθινόπωρο! Επίσης για την τάρτα που πήρες εμένα θα με ξετρέλενε γιατί λατρεύω την gianduja!Είναι ένας λόγος που θέλω να πάω στο μαγαζί!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλιά!
Συναδέλφισσα, κι εγώ τρελαίνομαι για gianduja! Συγκεκριμένα, με πωρώνει η ατομική τάρτα σοκολάτα του Fresh με Gianduja και καραμελωμένα φουντούκια! Αν δεν την έχεις ήδη δοκιμάσει, σπεύσε!
ΑπάντησηΔιαγραφή