Όντας εις μόνιμη αναζήτηση εστιατορίων με προσιτές τιμές για κάθε μέρα, είναι προφανές το πόσο χάρηκα όταν ανακάλυψα την καινούργια προσθήκη στην άνωθεν λίστα μου: το Χριστίνα δια χειρός Τσελεμεντέ στην Κηφισιά.
O χώρος είναι πολύ περιποιημένος, σύγχρονος, σε τόνους του γκρι και του λευκού, αλλά ταυτόχρονα έχει και μια αύρα παλιακότητας, κυρίως χάρη στις φερ φορζέ λευκές πολυθρόνες στην αυλή, που μ' έκαναν να θυμηθώ με νοσταλγία το σπίτι της γιαγιάς μου (ποιο ελληνικό σπίτι δεν είχε τέτοιες στην αυλή, τον κήπο, τη βεράντα ή το μπαλκόνι του, πριν αντικατασταθούν συλλήβδην από τα Μade in Indonesia έπιπλα από ξύλο teak;), αλλά και τα χάρτινα, άσπρα δαντελωτά σουπλά για τα πιάτα -τύπου σεμεδάκι κεντητό- μια πινελιά που εμένα μου θύμισε παλιό συνοικιακό ζαχαροπλαστείο...
Η κουζίνα είναι κλασική ελληνική και αποπνέει μια αίσθηση οικειότητας, η οποία προφανώς οφείλεται στο ότι ένας από τους ιδιοκτήτες είναι και ο εγγονός του Νίκου Τσελεμεντέ, του εθνικού μας αρχιμάγειρα και συνταγογράφου. O κατάλογος είναι μικρός αλλά περιεκτικός και περιλαμβάνει πολλά παραδοσιακά ελληνικά πιάτα, όπως σουτζουκάκια, λεμονάτο χοιρινό, λαχανοντολμάδες ή κουνέλι στιφάδο.
Ξεκινήσαμε με μια σαλάτα πράσινη ανάμεικτη, με φλοίδες αμυγδάλου, φέτα μαριναρισμένη σε λάδι και πιπεριές Φλωρίνης (9,5 ευρώ), η οποία ήταν το μόνο πιάτο που μας απογοήτευσε, καθώς τα λαχανικά δεν ήταν φρεσκοκομμένα και είχαν κάπως μαραθεί. Μας αποζημίωσαν, όμως, με το παραπάνω οι τηγανητές πατάτες με αυγά (7 ευρώ) -που απ' ό,τι έχω καταλάβει είναι και το σουξέ το μαγαζιού. Το αυγό μάτι στη μέση, μέσα σε μια φωλιά από λεπτοκομμένες πατάτες, ζουμερό και με μπόλικο κρόκο, σε προσκαλεί για άφθονες βούτες χωρίς καμία αιδώ.
Από τα κυρίως, το δικό μου κοκκινιστό χταποδάκι με μακαρονάκι κοφτό ήταν πολύ νόστιμο (αν και ίσως λίγο παραπάνω αλμυρό από ό,τι θα έπρεπε), ενώ η γεμιστή με μοσχάρι κοκκινιστό και φέτα μελιτζάνα (12,5 ευρώ) του Σ. ήταν άψογη και ζουμερή.
Η σπίτισια αίσθηση επεκτείνεται και στο ρεπερτόριο των επιδορπίων, από τα οποία είπαμε να επιλέξουμε το σπιτικότερο όλων: το σοκολατένιο μωσαϊκό. Αν και δεν είναι ακριβώς το καταλληλότερο γλύκισμα για να ολοκληρώσει κανείς ένα δείπνο (για να λέμε την αλήθεια, είναι κάπως απογευματινό treat), ήταν ακριβώς αυτό που περιμένει κανείς από ένα μωσαϊκό: αυτό που λέμε comfort food. Όμορφη ιδέα και το κέρασμα στο τέλος: λικέρ μαστίχας με λεμόνι και δροσερές φέτες αγγουριού... (Η ιδέα εκλάπη και θα την εφαρμόζω κι εγώ συστηματικά πλέον στα καλέσματά μου, χαχά.)
Με λίγα λόγια, τη Χριστίνα δια χειρός Τσελεμεντέ τη συστήνω, για την ανεπιτήδευτη ατμόσφαιρα, τις προσιτές τιμές και τις νοσταλγικές, σπιτικές γεύσεις. Σίγουρα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, τόσο στην εκτέλεση ορισμένων συνταγών, όσο και στο σέρβις, ωστόσο σε γενικές γραμμές, το εστιατόριο είναι αυτό που λέμε value for money.
Κουζίνα: ελληνική παραδοσιακή
Τιμές: 15-20 το άτομο
Διεύθυνση: Πλατεία Αγ. Δημητρίου 17, Κηφισιά
Τηλ: 210 80 85 233
Y.Γ. Και μιας και μιλούσαμε για τον Τσελεμεντέ, έτυχε να διαβάσω πρόσφατα αυτό το ενδιαφέρον άρθρο του Μανώλη Πιμπλή στην εφημερίδα "Τα Νέα", με θέμα τη διατροφή στην Κατοχή, που γράφτηκε με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου "Συνταγές της πείνας" της Ελένης Νικολαΐδου από τις εκδόσεις Οξυγόνο.
Στο άρθρο συμπεριλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, tip του Νίκου Τσελεμεντέ (βλ, φωτογρ. κάτω δεξιά) με τίτλο "ψιχουλολογία", για τις νοικοκυρές της εποχής:
"Και τώρα ας κάµωµε και λίγη ψιχουλολογία! Προ καιρού ακούονται οι συµβουλές από τους αρµοδίους να µαζεύωµεν τα ψίχουλα καινα τα χρησιµοποιούµε στην µαγειρική. Στην αρχή ο πολύς κόσµος το πήρε στ’ αστεία γιατί το νόµιζε ανάξιο προσοχής. Οσοι όµως δοκίµασαν το µάζευµα είδον µε έκπληξί τους ότι σε µια βδοµάδα γέµιζαν ένα σακκουλάκι. Και όσοι δεν το πιστεύουν ακόµα ας ακούσουν µια στατιστική του υπουργείου Αγορανοµίας.
Υπολογίζοντες 8 δράµια ψίχουλα την ηµέραν, από κάθε οικογένειαν – και τα οποία επήγαιναν στα σκουπίδια – έχοµεν ένα ποσόν ηµερησίως από 40 τόννους σιτάρι. Και ούτω πετούµε στον τενεκέ των σκουπιδιών µίαν ποσότητα από ψίχουλα που κοστίζουν τον χρόνον περί τα 100 εκατοµµύρια δραχµάς. Αν τα υπολογίσωµεν 4 δράµια µόνον την ηµέραν, τώρα που δεν είνε άφθονα, έχοµε πάλι περί τα 50 εκατοµµύρια σπατάλη. Και αν θέλωµεν να κάµωµε και άλλο σκόντο στο τέταρτο, δεν είνε λίγα και τα 25 εκατοµµύρια να πηγαίνουν στα σκουπίδια. Να λοιπόν τι αξίζει να µαζεύωνται τα ψίχουλα»."
O χώρος είναι πολύ περιποιημένος, σύγχρονος, σε τόνους του γκρι και του λευκού, αλλά ταυτόχρονα έχει και μια αύρα παλιακότητας, κυρίως χάρη στις φερ φορζέ λευκές πολυθρόνες στην αυλή, που μ' έκαναν να θυμηθώ με νοσταλγία το σπίτι της γιαγιάς μου (ποιο ελληνικό σπίτι δεν είχε τέτοιες στην αυλή, τον κήπο, τη βεράντα ή το μπαλκόνι του, πριν αντικατασταθούν συλλήβδην από τα Μade in Indonesia έπιπλα από ξύλο teak;), αλλά και τα χάρτινα, άσπρα δαντελωτά σουπλά για τα πιάτα -τύπου σεμεδάκι κεντητό- μια πινελιά που εμένα μου θύμισε παλιό συνοικιακό ζαχαροπλαστείο...
Η κουζίνα είναι κλασική ελληνική και αποπνέει μια αίσθηση οικειότητας, η οποία προφανώς οφείλεται στο ότι ένας από τους ιδιοκτήτες είναι και ο εγγονός του Νίκου Τσελεμεντέ, του εθνικού μας αρχιμάγειρα και συνταγογράφου. O κατάλογος είναι μικρός αλλά περιεκτικός και περιλαμβάνει πολλά παραδοσιακά ελληνικά πιάτα, όπως σουτζουκάκια, λεμονάτο χοιρινό, λαχανοντολμάδες ή κουνέλι στιφάδο.
Ξεκινήσαμε με μια σαλάτα πράσινη ανάμεικτη, με φλοίδες αμυγδάλου, φέτα μαριναρισμένη σε λάδι και πιπεριές Φλωρίνης (9,5 ευρώ), η οποία ήταν το μόνο πιάτο που μας απογοήτευσε, καθώς τα λαχανικά δεν ήταν φρεσκοκομμένα και είχαν κάπως μαραθεί. Μας αποζημίωσαν, όμως, με το παραπάνω οι τηγανητές πατάτες με αυγά (7 ευρώ) -που απ' ό,τι έχω καταλάβει είναι και το σουξέ το μαγαζιού. Το αυγό μάτι στη μέση, μέσα σε μια φωλιά από λεπτοκομμένες πατάτες, ζουμερό και με μπόλικο κρόκο, σε προσκαλεί για άφθονες βούτες χωρίς καμία αιδώ.
Από τα κυρίως, το δικό μου κοκκινιστό χταποδάκι με μακαρονάκι κοφτό ήταν πολύ νόστιμο (αν και ίσως λίγο παραπάνω αλμυρό από ό,τι θα έπρεπε), ενώ η γεμιστή με μοσχάρι κοκκινιστό και φέτα μελιτζάνα (12,5 ευρώ) του Σ. ήταν άψογη και ζουμερή.
Η σπίτισια αίσθηση επεκτείνεται και στο ρεπερτόριο των επιδορπίων, από τα οποία είπαμε να επιλέξουμε το σπιτικότερο όλων: το σοκολατένιο μωσαϊκό. Αν και δεν είναι ακριβώς το καταλληλότερο γλύκισμα για να ολοκληρώσει κανείς ένα δείπνο (για να λέμε την αλήθεια, είναι κάπως απογευματινό treat), ήταν ακριβώς αυτό που περιμένει κανείς από ένα μωσαϊκό: αυτό που λέμε comfort food. Όμορφη ιδέα και το κέρασμα στο τέλος: λικέρ μαστίχας με λεμόνι και δροσερές φέτες αγγουριού... (Η ιδέα εκλάπη και θα την εφαρμόζω κι εγώ συστηματικά πλέον στα καλέσματά μου, χαχά.)
Με λίγα λόγια, τη Χριστίνα δια χειρός Τσελεμεντέ τη συστήνω, για την ανεπιτήδευτη ατμόσφαιρα, τις προσιτές τιμές και τις νοσταλγικές, σπιτικές γεύσεις. Σίγουρα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, τόσο στην εκτέλεση ορισμένων συνταγών, όσο και στο σέρβις, ωστόσο σε γενικές γραμμές, το εστιατόριο είναι αυτό που λέμε value for money.
Κουζίνα: ελληνική παραδοσιακή
Τιμές: 15-20 το άτομο
Διεύθυνση: Πλατεία Αγ. Δημητρίου 17, Κηφισιά
Τηλ: 210 80 85 233
Y.Γ. Και μιας και μιλούσαμε για τον Τσελεμεντέ, έτυχε να διαβάσω πρόσφατα αυτό το ενδιαφέρον άρθρο του Μανώλη Πιμπλή στην εφημερίδα "Τα Νέα", με θέμα τη διατροφή στην Κατοχή, που γράφτηκε με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου "Συνταγές της πείνας" της Ελένης Νικολαΐδου από τις εκδόσεις Οξυγόνο.
Στο άρθρο συμπεριλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, tip του Νίκου Τσελεμεντέ (βλ, φωτογρ. κάτω δεξιά) με τίτλο "ψιχουλολογία", για τις νοικοκυρές της εποχής:
"Και τώρα ας κάµωµε και λίγη ψιχουλολογία! Προ καιρού ακούονται οι συµβουλές από τους αρµοδίους να µαζεύωµεν τα ψίχουλα καινα τα χρησιµοποιούµε στην µαγειρική. Στην αρχή ο πολύς κόσµος το πήρε στ’ αστεία γιατί το νόµιζε ανάξιο προσοχής. Οσοι όµως δοκίµασαν το µάζευµα είδον µε έκπληξί τους ότι σε µια βδοµάδα γέµιζαν ένα σακκουλάκι. Και όσοι δεν το πιστεύουν ακόµα ας ακούσουν µια στατιστική του υπουργείου Αγορανοµίας.
Υπολογίζοντες 8 δράµια ψίχουλα την ηµέραν, από κάθε οικογένειαν – και τα οποία επήγαιναν στα σκουπίδια – έχοµεν ένα ποσόν ηµερησίως από 40 τόννους σιτάρι. Και ούτω πετούµε στον τενεκέ των σκουπιδιών µίαν ποσότητα από ψίχουλα που κοστίζουν τον χρόνον περί τα 100 εκατοµµύρια δραχµάς. Αν τα υπολογίσωµεν 4 δράµια µόνον την ηµέραν, τώρα που δεν είνε άφθονα, έχοµε πάλι περί τα 50 εκατοµµύρια σπατάλη. Και αν θέλωµεν να κάµωµε και άλλο σκόντο στο τέταρτο, δεν είνε λίγα και τα 25 εκατοµµύρια να πηγαίνουν στα σκουπίδια. Να λοιπόν τι αξίζει να µαζεύωνται τα ψίχουλα»."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου