Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

Εστιατόριο Malvazia στο Ρουφ

Η βραδιά μου ξεκίνησε καταπληκτικά, διότι είχα τη φαεινή ιδέα να συνδυάσω τέχνη και φαγητό: Το Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, για όποιον δεν το έχει υπόψη του, τα Σάββατα είναι ανοιχτό μέχρι της δέκα το βράδυ. Έτσι, αποφασίσαμε να δούμε την έκθεση του φωτογράφου Ansel Adams, που απαθανάτιζε επιβλητικά τοπία της αμερικανικής υπαίθρου, έχοντας ιδιαίτερη αδυναμία στο πάρκο Yosemite της Καλιφόρνιας. Tαυτόχρονα, ρίξαμε και ένα βλέφαρο στην έκθεση Naked City με διάθεση peeping tom (ναι, είναι αυτή με τους 80 γυμνούς Αθηναίους της Lifo, αυτoύς που τσιτσιδώνονται για φιλανθρωπικό σκοπό ντε!). Σημειώνουμε ότι παράλληλα, συνεχίζεται και η αναδρομική του Τσαρούχη (την οποία είχαμε ήδη δει), οπότε αν θέλετε να τα προλάβετε όλα, χρειάζεστε μίνιμουμ δύο ώρες (ναι, αξίζει τον κόπο).
Ξέφυγα λίγο από το θέμα, το ξέρω. Επανέρχομαι, λοιπόν. Το Malvazia (που σημαίνει Μονεμβασιά) απέχει μόλις ένα τετράγωνο από το μουσείο κι έτσι συνδυάστηκε ιδανικά. Το εστιατόριο στεγάζεται σε ένα παλιό πέτρινο κτήριο, ατμοσφαιρικά φωτισμένο ήδη απ' έξω. Η πέτρα κυριαρχεί και στο εσωτερικό του, αλλά μετά από εκεί, για μένα, η αισθητική χαλάει. Τα κεριά, τα καντηλέρια και κυρίως τα ρουστίκ μοναστηριακά τραπέζια και καρέκλες θυμίζουν υπερβολικά έντονα Όνομα του Ρόδου (τόσο, που νόμιζα ότι θα έρθουν να με σερβίρουν ο Σεβερίνος και ο Βερεγγάριος) και οι γλαστρούλες με ελιές που ήταν τοποθετημένες σε κάθε τραπέζι νομίζω πως είναι λίιιιιιιιιγο πολυφορεμένες. Αλλά ας πούμε πως απλώς it's just not my cup of tea. Στα συν, όμως, έχω να σημειώσω ότι ο χώρος έχει συρόμενη οροφή, η οποία το καλοκαίρι προφανώς ανοίγει και φαντάζομαι ότι τότε το εστιατόριο θα είναι σκέτη όαση.
Το φαγητό, όμως, με κέρδισε απόλυτα. Ξεκινήσαμε με μια σαλάτα πράσινων λαχανικών με μήλο, φινόκιο, αμύγδαλα και βινεγκρετ ροδιού (13 ευρώ), η οποία ήταν γλυκιά και δροσιστική. Στη συνέχεια, και ενώ περιμέναμε τα κυρίως, είχαμε μια ευχάριστη έκπληξη: ο σερβιτόρος μας (ο οποίος, παρεμπιπτόντως ήταν υποδειγματικός -ευγενέστατος, ευχάριστος και διακριτικός) μας έφερε δύο καβουροκεφτέδες -κερασμένους από το κατάστημα- διότι, όπως μας πληροφόρησε, ο σεφ πρόκειται να τους προσθέσει στο μενού και θέλει να τους δοκιμάσουν οι πελάτες. Οι καβουροκεφτέδες ήταν εξαιρετικοί και σερβίρονταν με σος γιαουρτιού και άνηθου ο ένας και με "μαρμελάδα" λαχανικών ο άλλος.
Τα κυρίως με ικανοποίησαν απόλυτα. Το κριθαρότο με καραβίδα και σουπιά, μαγειρεμένο με σάλτσα οστρακοειδών (23 ευρώ) -το οποίο, όμως, ο σερβιτόρος με πληροφόρησε ότι χθες το σέρβιραν με γαρίδες, σουπιές και μύδια αντ' αυτού, πράγμα που καθόλου, φυσικά δε με ενόχλησε- ήταν νοστιμότατο, με το κριθάρι σωστά βρασμένο και να έχει πάρει τη γεύση των θαλασσινών όσο πρέπει. Το άλλο πιάτο ήταν γιοφκάδες (ζυμαρικό) με τριλογία ελληνικών μανιταριών, φρέσκο θυμάρι και ποντιακό παρχαροτύρι (19 ευρώ) και ήταν εξίσου γευστικό. Μάλιστα, το ένα από τα μανιτάρια ήμασταν σίγουροι ότι το είχαμε ξαναγευτεί, γι' αυτό και ρωτήσαμε το σερβιτόρο τι ποικιλία ήταν. Πράγματι, επρόκειτο για αυτό που είχα υποψιαστεί: άγρια βασιλομανίταρα, τα οποία προμηθεύονται από τα Γρεβενά. Αυτό το καταπληκτικό, μεγαλόσωμο μανιτάρι με την παχιά σάρκα που στην υφή θυμίζει λιγάκι κρέας είναι, όχι απλώς βασιλικό, αλλά θεϊκό! Ακόμα, το φρέσκο θυμάρι με την έντονη μυρωδιά του αρωμάτιζε υπέροχα το πιάτο.

Το επιδόρπιο που διαλέξαμε ήταν το ιδανικό κλείσιμο για το δείπνο μας: σπασμένο μιλφέιγ με κρέμα λεμονιού και λιωμένη καραμέλα (10 ευρώ). Πραγματικά, απορώ γιατί ο συνδυασμός λεμονιού και καραμέλας δεν απαντάται σε περισσότερα γλυκύσματα, γιατί ήταν καταπληκτικός, αφού η γλύκα της καραμέλας ισορροπούσε τέλεια με την ελαφριά οξύτητα της απαλής κρέμας λεμονιού.

Δεν πρέπει, βέβαια, να παραλείψω ότι το κατάστημα διαθέτει μια πραγματικά καλή ορχήστρα, αποτελούμενη από πιάνο, βιολί, κιθάρα και δύο φωνές, η οποία παίζει κυρίως ισπανόφωνα και ιταλόφωνα κομμάτια, αλλά έχει και ευρύτερο ρεπερτόριο, από διασκευές της Αλεξίου και του Yesterday των Beatles μέχρι μπαλαλάικες. Αν και, οφείλω να ομολογήσω, ότι προτού εμφανιστούν όλοι οι μουσικοί επί σκηνής, τρομάξαμε λίγο με τις μουσικές επιλογές κρουαζιερόπλοιου που μας νανούριζαν γλυκά, κι επίσης, για μισή περίπου ώρα, αναρωτιόμασταν από πού θα κάνουν την είσοδο οι νεόνυμφοι. Αλλά όταν ο κιθαρίστας και τραγουδιστής (από το Αθηνόραμα πληροφορήθηκα ότι ονομάζεται Βαγγέλης Ζούλας) έκανε την είσοδό του, πραγματικά εντυπωσιαστήκαμε.

Κουζίνα: ελληνική δημιουργική, live music restaurant
Τιμές
: 38-55 το άτομο (εμείς πληρώσαμε 44 με κρασί σε ποτήρι). Στα κυρίως πιάτα οι τιμές κυμαίνονται από 25 ως 33 ευρώ, ενώ υπάρχει και μια κατηγορία με ζυμαρικά και ριζότα που κοστολογούνται από 18 ως 23 ευρώ. Ναι, οι τιμές είναι ανεβασμένες, αλλά μην ξεχνάμε και ότι το μαγαζί έχει και live μουσική.

Crowd
: Ο μέσος όρος ηλικίας είναι αρκετά ανεβασμένος. Δεν υπάρχει καθόλου νεολαία και ο κόσμος είναι μεταξύ 39φεύγα και 60πλας.

Διεύθυνση
: Αγαθημέρου 3, Ρουφ.

Τηλ
. 210 34 17 010


At the next table: Πραγματικά ξεκαρδιστικές στιγμές από την παρέα 35ρηδων σε double date. Ο ένας από τους δύο κυρίους παραγγέλνει: "Θα πάρω το φιλέτο, αλλά σας παρακαλώ να είναι σκέτο, τελείως, χωρίς άλλα πράγματα από πάνω, δε θέλω σος και τέτοια. Και να είναι πολύ πολύ πολύ καλοψημένο. Α, και μία Sprite, αλλά σε μπουκάλι, όχι σε ποτήρι." Βέβαια, το μεγάλο γέλιο έπεσε όταν ήρθε η παραγγελία και απλώς παρακολουθούσαμε το τεράστιο άσπρο πιάτο να προσγειώνεται στο τραπέζι έχοντας μέσα μονάχα ένα κομμάτι κρέας (η αποθέωση του μινιμαλισμού). Α, να σημειωθεί και ότι ανάμεσα σε κάθε πιάτο ο κύριος κάπνιζε και από δύο-τρία Marlboro light, ό,τι πρέπει δηλαδή για να τσιτσιριστούν και οι τελευταίοι γευστικοί κάλυκες που του είχαν απομείνει και να μπορέσει να απολαύσει, ο Χριστιανός, το φιλέτο του. Σκέτο. Χωρίς πράγματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου